Παρασκευή, Σεπτεμβρίου 29, 2006
Να 'ταν το παραμύθι, η αλήθεια μου...

Λέει ο Ναζίμ Χικμέτ στο "Ερωτευμένο Σύννεφο":
"Ο Ντερβίσης κάθησε κάτω από το κυπαρίσσι. Τράβηξε από τη ζώνη του τη φλογέρα του και φύσηξε μέσα της μιά. Από τις τρύπες της φλογέρας πεταχτήκανε στον αέρα δέντρα, λες και ήτανε κρυμμένα μέσα της. Κι όχι μόνο δέντρα αλλά και βουνά και ποτάμια και δρόμοι που πήγανε και πέσανε στην άλλη άκρη του κόσμου πάνω σε μιά έρημο. Κι εκεί, σ' εκείνη την έρημο, τα δέντρα και τα ποτάμια πέσανε, οι δρόμοι απλωθήκανε..."

Από ανάγκη για δρόμους που πλαταίνουν, για ταξίδι, μυρωδιές, γεύσεις, χρώματα και μουσική ξεκινάει το ταξίδι. Το όποιο ταξίδι.
Ναι, συχνά σκέφτομαι πως αυτό που έχει τελικά σημασία, είναι να ζείς διαφορετικά ακόμα και τα κοινότυπα. Κείνα που σε στεγνώνουνε κι έχουνε τον ίδιο πάντα χρωματισμό κι είναι από πριν γνώριμα και χιλιοβιωμένα, καλοκουρδισμένα θαρρείς ν' ακολουθούνε δρόμους, ανθρώπους, στιγμές, ζωές, ουρανούς.

Η ανάγκη για εξωτικές ανακαλύψεις προφανώς, με οδήγησε τις προάλλες και πήγα και βρήκα κεριά αρωματισμένα, ξερά πέταλα λουλουδιών σε γυάλινα βάζα και τσάγια κινέζικα. Αν και δεν αγαπώ ιδιαίτερα το τσάι, άσε που κάνω παρέα στενή με την ένταση τον τελευταίο καιρό, πάντως, το ετοίμασα με φροντίδα και άπλωσαν οι μυρωδιές και αγκάλιασαν χώρους και ανθρώπους. Μπήκε η νύχτα στην τσαγιέρα και γέμισε ανταύγειες...

Και μέσα σ' αυτά, να υψώνεται η μελωδία του Memories και ν' αναπλάθονται στο μυαλό, να παίρνουν μορφή κι ανάσα, εκείνοι οι τόσο τρυφεροί στίχοι:
"Τώρα μπορώ να χαμογελάσω στις μέρες που πέρασαν. Ήταν όμορφα τότε. Θυμάμαι τον καιρό που ήξερα τι σήμαινε ευτυχία. Άσε τις αναμνήσεις να ξαναζήσουν και νιώσε ξανά ευτυχισμένος".

Κι έγινε μέλι στα χείλη η βραδιά! Χάρτης απλωμένος που περπατάς επάνω του. Και σου κρατά ανάλαφρα τα πόδια. Και σου φανερώνει γωνιές ανήξερες του κόσμου κι ανομολόγητα μυστικά, χώρες που δε μοιάζουν στεριανές, νέφη που σμίγουν με τη γη στη μεσοβόρεια Εσπερία, βλέμματα του νότου, ίδια αστράλια.


Μήπως τελικά μόνο δυό δρασκελιές χωρίζουν την αλήθεια από το παραμύθι;


( Οι μάγισσες-φωτογραφίες του andi2 από το www.flickr.com)
 
Σάλπαρε η Καπετάνισσα ώρα 00:20 | Πανάκι ξεδιπλωμένο | 36 ανάσες
Τρίτη, Σεπτεμβρίου 26, 2006
Τίποτα δεν έχει αλλάξει
και τίποτα δεν είναι όπως παλιά


Ποτέ δεν κολυμπάμε στο ίδιο ποτάμι δεύτερη φορά




Ποταμώ γαρ, ουκ έστιν εμβήναι δις τω αυτώ
Ηράκλειτος



( Η φωτογραφία της Sally Mann.

Ο τίτλος, από αυτό το πολυαγαπημένο τραγούδι των Κατσιμιχαίων )
 
Σάλπαρε η Καπετάνισσα ώρα 00:07 | Πανάκι ξεδιπλωμένο | 35 ανάσες
Σάββατο, Σεπτεμβρίου 23, 2006
Ξαθέρι θα πεί αφρός

Στημένο αυτί στο Δεύτερο σήμερα, την ώρα που ο ήλιος είχε μεγάλα γλέντια εκεί πάνω. Μικρόφωνο στην τέχνη. Παρέα ο Μάνος Ελευθερίου, κείνος που ύμνησε και δοξολογεί το ελληνικό τραγούδι μ' έναν λόγο-ανθό. Ξαθέρι, που λέμε μείς εδώ. Αφρός. Ό,τι ξεχωριστό, ό,τι καλύτερο...
Πως τώρα ν' αφουγκραστείς, με τι χέρια ν' ακουμπήσεις τον άνθρωπο που μάτωσε να γράφει:
"Απ' το κακό και τ' άδικο διωγμένο
κι όπως ενήστευες τη δίκοπη ζωή,
σε βρήκα ξαφνικά σημαδεμένο
να σ' έχει ο κάτω κόσμος ξεγραμμένο
κι ο πάνω κόσμος να 'ναι οι τροχοί
που σ' έχουν στα στενά κυνηγημένο"...

Το να 'ναι κανείς απλός είναι περίπλοκο πολύ. Αντρειά μεγάλη να'χεις τους ήχους αρμονικά ταιριασμένους στα χείλη και τίποτα παραπανίσιο ανάμεσα.

Έλεγε λοιπόν ο Μάνος Ελευθερίου, πολλά σημαντικά και πολύτιμα για τη ζωή και τους ανθρώπους. Στάθηκα με περίσσια προσοχή στη φιλία. Το βάρος, την πνοή, την αλήθεια της. "Μπορεί να δείς μια-δυό φορές έναν άνθρωπο και να τον νιώσεις φίλο καρδιάς κι έτσι να'ναι. Και μπορεί φιλίες πολλών χρόνων να κρύβουνε του κόσμου τη ψευτιά", είπε ο Ποιητής.
Στάθηκα σε τούτα δω τα λόγια. Τα'χω λογαριάσει μέσα μου πολλές φορές. Ε, κουτσοστενεύει η μοναξιά σαν διαπιστώνεις ότι ο δρόμος σου οδηγεί σε διασταύρωση.


Συχνά συλλογιέμαι για τους φίλους. Ευλογία να τους έχεις. Και δυσκολία να τους αποκτάς σαν αρχίσεις να μετράς ρυτίδες. Φίλοι από χρόνια άδολα, παιδικά, από κείνα της αστοχασιάς, της εφηβείας κι από τ' άλλα, της πάνγλυκης αλητείας, της φοιτητικής ζωής. Είμαστε ανοιχτοί στον κόσμο, σε τέτοιες ηλικίες. Δε βαστάμε ζύγι. Ανήξεροι. Παρέα κι όπου... Κι ό,τι... Αποδεχόμαστε, αυτό είναι. "Ωραίος είσαι φίλε μου, πάμε ν' αγιάσουμε στις αμαρτίες των πολλών", το σύνθημα. Μαζί στο μαγεμένο άγνωστο που το'πανε ζωή. Άφοβα.
Η άγνοια είναι ιστορία σοβαρή. Κινητοποιεί, έκρηξη δημιουργεί. Χέρι-χεράκι με την αγνότητα. Ακατέργαστες ψυχές, που προχωράνε.

Ρίζες ατσάλινες στις παιδικές φιλίες. Το θρανίο, εμπειρία κομμένη και ραμμένη σε δυό ψυχές. Γόνατα ματωμένα, μουτράκια που πλαντάζουν στη χαρά, σκανταλιές που σηκώνουνε τη γειτονιά στο πόδι, αγκάθια από πρωτέρωτες, αγκαλιές κι υποσχέσεις. "Για πάντα φίλοι, ρε". "Για πάντα"! Κι είναι κοντά αυτό το πάντα. Είναι όντως για πάντα.
Όχι ντε και καλά γιατί η αξία του συγκεκριμένου φίλου μετριέται ως ξαθέρι, αλλά γιατί δραπετεύοντας από τέτοιες δεκαετίες, από μνήμες και πρόσωπα, απαρνιέσαι το καλύτερό σου. Της ψυχής σου το ξαθέρι. Και δεν το κάνεις. Δεν το αντέχεις, τελείωσε.

Στήνονται σε χρόνια... "ωριμότητας" (μα, από που μπάζει; σα να πλάκωσε χειμώνας...), στήνονται λέω, φιλίες-θεριά; Πιθανόν. Μπαίνουν όμως "παράγοντες". "Συνθήκες". Διάφορα "εξαρτάται". Γινόμαστε επιλεκτικοί. Καλώς μέχρι εδώ. Τα χνώτα να 'βρουν όμοια. Λογικό. Μα το ξεκλείδωτο, το ξέχειλο άνοιγμα, στενόκοπη χαραμαδίτσα πιά. Που'ναι οι πόρτες που χάσκουνε... Έμπα ψυχή κι αλώνιζε.
Λίγο ο φόβος, πολύ οι δουλειές, οι υποχρεώσεις, τα τρεχάματα, άντε μιά-δυό φορές το μήνα για καμμιά μπύρα. Να βγάζουμε στο τραπέζι της ψυχής μας τα κλειδιά. Κι όταν ληφθεί η απόφαση για γύρισμα στα δεξιά, να΄ναι αργά και να κρέμεται από πάνω πρωινό ξύπνημα...


Δεν θα σταθώ τώρα σε "υπολογισμένες φιλίες" και σε έντοκα αλισβερίσια. Τα ξέρουμε, ολόγυρά μας είναι. Ορατά διά γυμνού οφθαλμού. Πάρε-δώσε με το τεφτέρι. Άσε...

Ο φίλος λέει είναι πάντα εδώ. Δίχως κριτική και κτητικότητα. Για την καλοκαιρία και το χιονιά, για ένα "είμαι εδώ για σένα", που'ναι η πιο δύσκολη φράση του κόσμου. Όχι για να συμβουλέψει -επιμένω-. Ο φίλος σε αποδέχεται και σέβεται τις επιλογές σου. Και μιλάει όταν μπορείς και θέλεις ν' ακούσεις. Κι έχει χαρά που είσαι εκεί. Που είναι εδώ.

Επιλογή οι φίλοι. Ναι; Ναι. Από πολλές διαδρομές ζωής. Γνωρίζουμε, παραγνωρίζουμε κάποιες φορές, διαλέγουμε, προχωράμε. Σκοντάφτουμε, αμφιβάλλουμε, αναθεωρούμε, ροκανίζουμε λόγια, παραφουσκώνουμε πράξεις, ξεσπάμε σε αγκαλιές. Κι εκείνο που χάνουμε -το χάνουμε, τέρμα, πορεία ζωής είναι είπαμε-, την ορθάνοιχτη πόρτα της ψυχής , ντριν το τηλέφωνο μες στη νύχτα κι ο φίλος απίκο, μας πονάει βαθιά. Βαριά. Κατά κανόνα το προσπερνάμε, συνήθεια προσφιλής, μα... είναι φορές που στέκεται απέναντι σαν άγρια ανάγκη, βράχος και κύμα μαζί, που πως να κουλαντρίσουμε.

Θα κάτσω να μετρήσω φιλίες καμμιά μέρα. Όχι για τόνωση στο μνημονικό, μα για να δω, πόσες γεννήθηκαν με σκέψη στέρεη, συγκροτημένη (αυτή είναι της ωριμότητας τάχα μου)...
Θα χαρώ, θαρρώ, γιατί μου φαίνονται αρκετές. Και δυνατές. Τουλάχιστον, μετριώνται με της καρδιάς τα πάθη. Κι ο φίλος δεν είναι για να μοιράζεις χωράφια. Εκτός κι αν εννοείς εδάφη ψυχής. Αυτή είναι -άλλωστε- η γη του.




(Τη Δίκοπη Ζωή του Μάνου Ελευθερίου και του Θάνου Μικρούτσικου τη μουρμουρίζουμε χάρη στη γενναιοδωρία του Taflinel. Τον ευχαριστώ από καρδιάς. Τραγούδι-ανατριχίλα. Η ζωντανή, "χειροποίητη" ηχογράφηση, ψυχή γυμνή, είναι από την εκπομπή "Στην υγειά μας" της ΝΕΤ, όπου ο ερμηνευτής Γιώργος Μεράντζας βρέθηκε ξανά μετά από σχεδόν είκοσι χρόνια με τον Θάνο Μικρούτσικο.


Και για τους φίλους, πολυαγαπημένο: McFly, You've got a friend)
 
Σάλπαρε η Καπετάνισσα ώρα 16:56 | Πανάκι ξεδιπλωμένο | 25 ανάσες
Πέμπτη, Σεπτεμβρίου 21, 2006
Και στο σύρμα, οι συνειδήσεις στεγνές
Παγκόσμια ημέρα της ειρήνης σήμερα.
Για να κοιταζόμαστε και να σωπαίνουμε.
Στα παζάρια των αφεντάδων του κόσμου, οι ελπίδες ξεπουλήθηκαν.
Αυτό γιορτάζουμε θαρρώ.

Εκπληκτικό το video, δυνατό ταρακούνημα στις εφησυχασμένες μας, θεόξερες, ανάπηρες συνειδήσεις.



Ειρήνη, λοιπόν,
είναι ό,τι συνέλαβα μες απ' την έκφραση
και μες απ' την κίνηση της ζωής.
Και Ειρήνη

είναι κάτι βαθύτερο απ' αυτό που εννοούμε
όταν δεν γίνεται κάποτε πόλεμος.
Ειρήνη είναι όταν τ' ανθρώπου η ψυχή
γίνεται έξω στο σύμπαν ήλιος.
Κι ο ήλιος

ψυχή μες στον άνθρωπο.



Νικηφόρος Βρεττάκος
(Απόσπασμα από το λυρικό δοκίμιο
"Δύο άνθρωποι μιλούν για την ειρήνη του κόσμου"
, 1949)
 
Σάλπαρε η Καπετάνισσα ώρα 21:51 | Πανάκι ξεδιπλωμένο | 35 ανάσες
Τετάρτη, Σεπτεμβρίου 20, 2006
Εξόριστε ποιητή,
στον αιώνα σου λέγε τι βλέπεις;

Μεσοστρατίς της εικοστής φθινοπωρινής μέρας...
Η ίδια η φύση, ολάκερη η Κρήτη, μιλά θαρρείς με στίχους από ένα αθέατο ημερολόγιο του Σεπτέμβρη. Αληθινή ακατέργαστη ομορφιά.

Τούτη την ομορφιά που χύνεται λαίμαργα, σα φως που σπρώχνει τρυφερά τα σκοτάδια και λαμπυρίζει ασφαλές, θα ΄θελα να ΄χα τις νύχτες της αγρύπνιας. Να λειαίνω τις γωνίες τους, να στρογγυλεύω σχήματα, να τις γλυκαίνω.
Να καθαρίζω τον ορίζοντα σα βλέπω τους ανθρώπους που κοιμούνται.
Να κάθομαι μετά και να διαβάζω τα όνειρά τους, που τη μέρα τα κρύβουνε κι απ' αυτούς τους ίδιους, γιατί τα φοβούνται.
Φίλος με δυνατή ψυχή, μου'πε να το προσέξω. Το είδα, ναι.

Tο 'ξερες πως οι άνθρωποι φοβούνται τα όνειρά τους; Ξέρεις πως για τούτο θέλουν και τα ξεχνάνε;
Τους γυρίζουν την πλάτη, κλείνουν τ' αυτιά, θέλουνε να τ' αποφεύγουν.
Είναι οι αλήθειες τους, βλέπεις. Eίναι εκείνο που κάλλιο να μη ξέρουν, ν' αγνοούν, να λησμονούν, γιατί τους φορτώνει ευθύνες απέναντι στους εαυτούς τους. Κάτι σαν το φάντασμα του εαυτού τους, ναι, αυτό...
Μάλιστα, επειδή είναι δικό τους, τους τρομάζει πιότερο κι απ' τα στοιχειά που τριγυρνάνε.


Tο φοβούνται το γνώθι σ' αυτόν όπως φοβούνται και τη μοναξιά -στον θρίαμβο και στην σκιά της- και τη ζωή γυμνή.
Χώνονται μες στα πλήθη και χάνονται.
Βλέπεις, οι άλλοι σε βοηθάνε να ξεφεύγεις από τον εαυτό σου γιατί πιστεύουνε ότι στ' αλήθεια, είσαι αυτό που δείχνεις.
Κι ο κύκλος δεν έχει τελειωμό. Και τα όνειρα, αναπαμό.


«Κι η μητέρα φορούσε πάντα φαρδιά φορέματα, για να σκεπάζει ίσως κι εκείνον που δεν γίναμε», πικροθυμίζει ο Τάσος Λειβαδίτης.
Τι να σου κάνω, που και τα στενά είναι έξω από τη μόδα μαθαίνω.
Εκτός εποχής...

Έτσι λοιπόν. Τάχα μου ερωτεύονται, πορεύονται, παντρεύονται, γεννάνε.
Το κρυφτούλι το κάνουν κώδικα ζωής, νόμους της κοινωνίας, το βαφτίζουν ακόμα και ηθική. Κυρίως αυτό.
Όσο για κείνον που θα ξεφύγει, τον «αφελή περιηγητή του αιώνος»*;
Oι νέοι Aλεξανδρείς θα τον χλευάσουν, θα τον αφορίσουν και θα τον έχουν έκπτωτο απ' το μαντρί. Κι εκείνος θα περιφέρεται άπολις, γυρεύοντας μια χούφτα ομορφιά να χώσει στις τσέπες να ΄χει να λογαριάζει τη ζωή για ζεστασιά.

Να γιατί όλο μιλάνε για κείνα που τους προσδιορίζουν
κι όχι για κείνα που τους ορίζουν.

Παντού, στέλνουνε το ΑΦΜ τους. Ακόμα και με τα μάτια.
Δες! Καταθέτουν την κάρτα -χρεωστική, πιστωτική- του "θέλω". Εκείνου ακριβώς που πρέπει να εξαργυρώνεται, με την τρέχουσα αντίληψη, με ανταλλάγματα επιτόπια.
Η χρεωστική: «Ωραίος γκόμενος, Καίτη μου, είναι αξιέραστος, δε λέω»...
Και η πιστωτική: «Να πάρουμε ένα σπίτι στη Β. Εύβοια, μπαλκόνι στο αιγαίο, να τρέχουν τα σκυλιά στο γκρεμό όταν θα μεγαλώσουν τα παιδιά»...
Καταθέτουν ακόμα και την επιθυμία. Και μετά μου λες, για ποιό λόγο μυρίζουν άσχημα, κι ας μην είναι κάτω από το χώμα.


«Σελτζούκοι ροπαλοφόροι καραδοκούν, Χαγάνοι ορνεοκέφαλοι βυσσοδομούν, σκυλόκοιτες και νεκρόσιτοι κι ερεβομανείς κοπροκρατούν το μέλλον»*.
Το 'πεν κι ο Ποιητής. Αν καλοκοιτάξεις, τέτοιους θα δεις. Όχι στης εξουσίας το χρυσοποίκιλτο ανάκλιντρο, όχι! Στο πλήθος, ολόγυρα.
Μα έλα, ντε! Βγάλε τα γυαλιά...



( Οι καλλιτεχνικές δημιουργίες είναι του Tony Hamilton

*από το «Άξιον Εστί», του Οδυσσέα Ελύτη.
Και ο τίτλος.

Jack Johnson - Good People

Eurythmics - Sweet Dreams )
 
Σάλπαρε η Καπετάνισσα ώρα 15:25 | Πανάκι ξεδιπλωμένο | 23 ανάσες
Τρίτη, Σεπτεμβρίου 19, 2006
Όποιος ξέρει, να σηκώσει χέρι

Καρδιά και μυαλό
Άραγε ποιό απ' τα δυό
ειν' η ασφαλιστική δικλείδα του άλλου;




Κώστας Μόντης
Άπαντα, Συμπλήρωμα Β' (1991)





( Joni Mitchell - Both Sides Now

Η φωτογραφία, από το www.album.tomsk.ru )
 
Σάλπαρε η Καπετάνισσα ώρα 00:08 | Πανάκι ξεδιπλωμένο | 42 ανάσες
Κυριακή, Σεπτεμβρίου 17, 2006
Τίποτα δε πάει χαμένο, Μάνο...


Να φλυαρεί η Κυριακή στα σχολιανά ντυμμένη, να κατεβαίνει γελαστή δρόμους και γειτονιές και τα τραγούδια στο ραδιόφωνο να λένε πως ηζωή είναι γιορτή και... μη φοβάσαι!
Όσο αντέχω και τραγουδώ ακόμα, όσο φορώ μια εφηβεία φυλαχτό, μη με φοβάσαι. Κι ας έγινα τριάντα και σαράντα και βάλε χρονών.
Όσο στρέφω τη ματιά μου προς τις εικόνες της ανθρώπινης ψυχής, όσο ρίχνω μαύρο στην οθόνη και ανάβω τ' όνειρό μου, μη με φοβάσαι, λέω! Αυτό σημαίνει πως η νιότη κατοικεί εντός μου κι έχω μνήμη ζωηρή, ε;

Τέτοια μέρα ήταν, 24 χρόνια πριν, που ο Μάνος Λοΐζος της μελωδίας, της δύναμης, της παλληκαροσύνης, της ιδέας και του ονείρου, σήκωσε πανιά.
Κείνοι που είκοσι χρόνια πριν, πατούσαν στην ενηλικίωση, σήμερα ξέρουν σε ποιούς χρωστάνε την παρατεταμένη εφηβεία τους.
Κι αν καθήσουν να τους λογαριάσουν έναν-έναν, θ' ανακαλύψουν πως μπροστάρης του πιό ανοιχτού ονείρου ήταν ο Μάνος.

Εικοσιτέσσερα χρόνια είναι μια ολόκληρη ζωή, θα πουν πολλοί.
Δηλαδή... μια ολόκληρη ζωή χωρίς το Μάνο; Αστείο ακούγεται. Αφού, τα τραγούδια που μας άφησε κρατάνε για πάνω από μια ζωές.

Θα 'θελα ξέρετε, να είχα συγκεντρώσει δισκάκια 45άρια που αγκομαχούν στο γρήγορο γύρισμά τους. Κι η βελόνα, στα γνωστά της σκέρτσα, όλο παραπονιέται σκάβοντας το βινύλλιο. Να γινότανε να μεταφέρω τούτη την ιερή αίσθηση, τη μυρωδιά του χρόνου, την απαλή λαλιά των ανθρώπων. Και συνάμα, ν' απολογηθώ στο Μάνο που το φτερούγισμα της κιθάρας του έχει εξέλιξη ψηφιακή και συμμαχεί άριστα με την τεχνολογία. Κι εμείς θωρούμε το συναπάντημα των δύο χρόνων, ακούμε και τα βήματα και δεν μαθαίνουμε ποτέ ποιά είναι τα πιό αλαφροπάτητα. Τ' ακατέργαστα, ή τα "τελειοποιημένα".

Η γενιά που ακόμα χρεώνεται την αδυναμία της ν' αλλάξει τον κόσμο, το ρίχνει στο τραγούδι. Σκαλίζει μνήμες, ονειροπολεί, αλητεύει σε -πάλαι ποτέ- ένδοξες μπουάτ, βηματίζει σε δρόμους προσωπικούς που αυλακώνουν λογής-λογής ιστορίες.

Μέσα σ' αυτά τα 24 χρόνια φυγής του Μάνου, παραμεγαλώσαμε; Ξαναμικρύναμε; Δεν δύναμαι με σιγουριά να πω. Χαριστήκαμε σε έρωτες, χωριστήκαμε σε κομμάτια, νανουρίσαμε τα τραυματισμένα μας όνειρα, γεννήσαμε με το νυστέρι άλλα.

Σύννεφα κάνουνε πάρτυ εκεί πάνω. Φθινοπωρινή απειλή; Λέγε με υπόσχεση.
Σίγουρα όχι τυχαία. Εκεί, πίσω από σύννεφο αραιοπλεγμένο, μας γλυκοκοιτά ο Μάνος. Στήνει ή όχι συναυλίες, άγνωστο. Προστατεύει τ' όνειρό μας όμως, δένει αρματωσιά από τραγούδια γύρω του.
Είναι που κι η σημερινή γενιά, που δεν "ξέρει" κατά πως λεν, τον τραγουδά. Με πάθος.
"Μπορεί να μελοποιήσει ακόμα και τον τηλεφωνικό κατάλογο", καμάρωνε ο Λευτέρης Παπαδόπουλος για τον στενό του φίλο και συνεργάτη.

Διάλεξα να μην αναφερθώ στα γνωστά... Το έργο, η πορεία, η τέχνη, η ζωή.
Πηγές πολλές για δαύτα.
Ο
Οίστρος, κάνει ψηφιδωτό σεργιάνι στη ρότα του Μάνου.
Πηγές για τα έργα. Μα και για τα συναισθήματα, που σφυροκοπάνε τις απουσίες και βγάζουν στον αφρό το όνειρο. Και για τα συναισθήματα -λέω-, δεν υπάρχουνε πηγές;
Αμ, το ίδιο το όνειρο, βρίσκει τάχα αναπνοή, έχει οξυγόνο να ρουφήξει να βγάλει φωνή πως ναι, τίποτα δεν πάει χαμένο τελικά;

Στάσου τώρα ορθός ν' απαντήσεις. Ο "επαναστάτης του γλυκού νερού".
Εσύ. Εγώ. "Αντάρτες της πορδής με τα λεφτά του μπαμπά", λέγανε οι Φατμέ.

Φοιτητικές ταυτότητες ροζ. Και θύμησες ρόδινες.
Πιστωτικές κάρτες πλαστικές. Όνειρα απ' τα ίδια. Σε υλικό και χρέωση.
Τίποτα χαμένο. Σε προσωπικές αθροίσεις και συλλογικούς λογαριασμούς.
Τί-πο-τα. Τίποτα;
Να μαζευτούν οι ονειροπόλοι. Να μετρηθούμε. Να πάρουμε απουσίες.
Απόντες. Άπαντες.

Τότε; Τότε πως δεχόμαστε συνεχώς επιθέσεις από τη φαντασία και την ονειροπόληση; Παρελθόν λαμπρόν, παρόν εύθραυστον, μέλλον ολίγον μελό.

Μεγαλώνουμε, μικραίνουμε, σμίγουμε, χωρίζουμε, ανακατεύουμε λάθη και σωστά. Εποχές ρομαντικές, σημαντικές, απόμακρες, λειψές.
Γραφικές, θα πουν κάποιοι. Μυθοποιημένες. Έστω.

Δείξε μου τα τραγούδια σου, να σου πω ποιός είσαι.
Ολόγυρα, προσποιητή αδιαφορία. Life & Style σελίδα 47.
Πως γίνεται τότε ν' ανασαίνω τ' όνειρο;

Γίνεται. Δεν ξέρω πως. Μου στήνει ενέδρα μάλλον.
Μπα. Εγώ το παίρνω στο κατόπι. Μηχανικά, από συνήθεια.
Να δεις που μια ζωή θα το κάνω. Φταίει κι ο Μάνος λίγο. Τι λίγο, πολύ.
Στο κάδρο τ' ουρανού αστράφτει τ΄όνειρο.
Θέλω, δε θέλω,
θα τ' ακολουθώ.


 
Σάλπαρε η Καπετάνισσα ώρα 10:22 | Πανάκι ξεδιπλωμένο | 34 ανάσες
Πέμπτη, Σεπτεμβρίου 14, 2006
Τρόχισε κείνα τα σπαθιά
του λόγου που μ' αρέσουν...

«'Οταν χρησιμοποιώ μια λέξη» είπε ο Χάμπτι Ντάμπτι, «σημαίνει αυτό ακριβώς που θέλω εγώ, τίποτα παραπάνω και τίποτα λιγότερο».*


Δύσκολο πράγμα. Να μοιράζεσαι λέξεις καλώς στοιχημένες.
Δίχως να χρειάζεται να βαρύνουν μετά από ερμηνείες-παρερμηνείες και αναλύσεις και εξηγήσεις-παρεξηγήσεις κι απολογίες.
Ξεκάθαρες κι ανοιχτές, ίδια ευθεία. Απλωσιά.

Συλλογιέμαι αν είναι και τούτο γνώρισμα της εποχής. Σημάδι -καθώς λένε- των καιρών.
Κι απαραίτητο.

Μέσα στη γενική καχυποψία δηλαδή, σ' αυτό το μουλωχτό αλισβερίσι πομπού και δέκτη, στις καλοσερβιρισμένες, αποστειρωμένες προτάσεις που πηγαινοέρχονται σε χείλη που θέλουν να'ναι αρεστά κι αυτό απελπισμένα προσπαθούνε.
Διπλωματία. Να'σαι προσεκτικός μην κακοβάλει ο απέναντι ενώ εσύ σκάβεις μανιωδώς τον δικό του λόγο. Ανασφάλειες;
Κουμπώσου καλύτερα, θα εκτεθείς...


Όσο τα πατήματα του χρόνου ηχούν κουρασμένα στ' αυτιά μας, τόσο τα ψιμύθια του λόγου, οι φιοριτούρες και τα "ναι μεν αλλά, θέλω να το πω μα όχι ευθέως, εμμέσως πλην σαφώς, ναι, διά της πλαγίας οδού, όχι στα ίσια και αν κι ίσως και μπορεί...", τόσο λοιπόν, όλα τούτα μοιάζουν βάρος δυσβάσταχτο.
Οι λέξεις και τα πυρά τους που -τάχα μου- στάζουνε δροσιά.

Τι ήθελες να πεις, τι τελικά είπες και μήπως εννοούσες αυτό και... και... και...
Ποιός είπε, τι είπε, πως σε λογαριάζει ο καθείς. Παραζυγιασμένες λέξεις. Παρακροάσεις, παραναγνώσεις.

Ερμηνεύω, ερμηνεύεις και τούμπαλιν. Σε δρόμους καθημερινούς, σε διαδρόμους επαγγελματικούς, σε τράπεζες συναλλαγών, σε καφενεία της γειτονιάς, στο σπίτι μας μέσα.
Πολλές γλώσσες μιλάνε οι άνθρωποι,σωστά. Μα πόσο παράξενος μοιάζει ο κυρίαρχος ήχος! Άσε το ύφος! Είναι κι οι φωτιές που ρίχνονται απ' τα μάτια τους συχνά, που σε κάνουν παρανάλωμα και, παρά που ξέρεις ότι είσαι πυρίμαχος, στρέφεις την πλάτη και φεύγεις.

Ότι γουστάρει ο καθένας ας λέει/γράφει κι όπως ορίζει η καρδιά του ας λειτουργεί, προτρέπει η μέσα φωνή.

Όντως. Φτάσαμε ως εδώ στα χρόνια μας και μάθαμε (φορές, πικρά) ότι δεν είναι γραμμική η επικοινωνία. Μην πισωγυρνάμε.

Έτσι κι αλλιώς ό,τι αντέχουμε ακούμε ή, διαβάζουμε.
Να, ο Shakespeare για παράδειγμα, βάζει τον Romeo να πεί: "By a name I know not how to tell thee who I am".
Αντί γι αυτόν τον υπέροχο στίχο της παραδοχής της ανικανότητας του εραστή να συμπυκνωθεί, της άρνησης δηλαδή να ονοματιστεί για να πεθάνει, να γίνει από Παρακείμενος Υπερσυντέλικος, όσο κι αν από απέναντι του το ζητούνε κατ΄ ανάγκη, διάλεξαν οι αδαείς για αιώνια μνήμη τον άλλο στίχο που λέει πώς μυρίζουνε γλυκά τα ρόδα.
("What's in a name? That which we call a rose by any other name would smell as sweet")
Τί να πει κανείς;

Ό,τι θέλουμε βλέπουμε όταν διαβάζουμε, το'παμε. Κι όταν μιλάμε, απ' τα ίδια.

Λίγους, ελάχιστους ανθρώπους αντάμωσα στη ζωή μου που η κάθε τους κουβέντα να υπηρετεί την αναζήτηση του Φλωμπέρ για τη "λέξη τη μοναδική" και μόνο.
Απλώς, οι περισσότεροι που ζούμε σε αυτόν τον κόσμο που μιλάει ποδανά κι όπου οι βότκες είναι "authentic as your fantasy" κι οι τράπεζες πασχίζουν να μας πείσουν ότι δεν είναι όλα χρήμα (!) παρανοούμε αυτά που ακούμε, γιατί νομίζουμε ότι τα αντίθετα εννοούνται!

Κατάντησε έπαρση να λες τα σύκα-σύκα! Πως τολμάς σου λέει ο άλλος και δεν

ταπεινοφρονείς; Γιατί;
Προτεστάντης γεννήθηκα; Εδώ είναι Ελλάδα, οι θεοί μας κι οι παπάδες μας ήταν ανέκαθεν πιο αγύρτες από μας. Εδώ έχει πάντα ήλιο.

Θαρρώ πως εμείς πια (των όποιων... -άντα), κατακτήσαμε το δικαίωμα να μην ξοδεύουμε το πάθος στις υπερβολές μα ούτε και στις κρυψώνες της επικοινωνίας, μάθαμε να συγκεντρώνουμε τη δύναμή του εκεί που πρέπει.
Ξέρουμε καλά ότι οι δρόμοι με κάποιους ανθρώπους τρέχουν χιαστί κι έτσι μπορούμε να νιώσουμε το λόγο τους να διασταυρώνεται με τα δικά μας ζητούμενα και να μη γυρεύει παρά ευήκοα ώτα.

Ανθρώπους που'ναι καθαροί ορίζοντες, σ' αυτό το πρώτο εργαλείο επικοινωνίας, στο λόγο, είμαστε "ανίκανοι" να τους καταναλώσουμε κι ενδιαφερόμενοι να τους αφουγκραστούμε.
Μα είναι η ταχύτητα που μας κυνηγά, το ξέρω.
Κι είναι που πάντα μας ξεπερνά.
Έλα όμως που δε θέλει βιάση, μήτε νεφελώματα η συμπνοή! Ούτε και σε μια κουβέντα καθημερινή...
Τι λέω! Ούτε και στην "καλησπέρα" της.






( Ο τίτλος, στίχος του Νίκου Καββαδία.

*Από το βιβλίο του παραμυθά της Χώρας των Θαυμάτων Lewis Carroll,
«Μέσα από τον καθρέφτη».

Και η συνέχεια:
«Το ζήτημα είναι» είπε η Αλίκη,
«αν μπορείς να κάνεις τις λέξεις να σημαίνουν
τόσο πολλά διαφορετικά πράγματα».

«Το ζήτημα είναι» είπε ο Χάμπτι Ντάμπτι,
«ποιός τις διαφεντεύει, αυτό 'ναι όλο»


Η φωτογραφία είναι της "Savra" από το www.dpgr.gr )

 
Σάλπαρε η Καπετάνισσα ώρα 17:40 | Πανάκι ξεδιπλωμένο | 32 ανάσες
Τετάρτη, Σεπτεμβρίου 13, 2006
Το όλον

Πως είναι δυνατόν στο ανθρώπινο σώμα, η αναπαραγωγή να είναι
η μόνη λειτουργία
που εκτελεί ένα όργανο από το οποίο το άτομο φέρει μόνο
το μισό
και καταναλώνει πάρα πολύ χρόνο και ενέργεια για να βρεί
το άλλο μισό;


François Jacob, The Possible and the Actual




( Μαρία Μαρκέτου - Κώστας Μακεδόνας,
ποτέ

των Κραουνάκη - Νικολακοπούλου

Η φωτογραφία, από το www.album.tomsk.ru )
 
Σάλπαρε η Καπετάνισσα ώρα 00:40 | Πανάκι ξεδιπλωμένο | 43 ανάσες
Δευτέρα, Σεπτεμβρίου 11, 2006
Εικονολατρείες


Αν αποδεχθείτε- τουλάχιστον σ’ έναν βαθμό- την παρακάτω άποψη…


«Ποτέ δεν αγαπάμε κανέναν.
Αγαπάμε τελικά μόνο την ιδέα που έχουμε σχηματίσει για τον άλλο.
Αυτό που αγαπάμε είναι μια δική μας επινόηση,
στην ουσία δεν αγαπάμε παρά μόνο τον εαυτό μας.

Αυτό είναι αλήθεια σε ολόκληρη την κλίμακα του έρωτα.
Στο σεξουαλικό έρωτα αναζητάμε τη δική μας ηδονή με τη μεσολάβηση ενός
ξένου κορμιού. Στον έρωτα που διαφέρει του σεξουαλικού,
αναζητάμε τη δική μας ηδονή με τη μεσολάβηση μιας δικής μας ιδέας.
Ο αυνανιστής είναι απαίσιος, αλλά, αν θέλουμε να κυριολεκτούμε,
είναι η απόλυτα λογική έκφραση του ερωτευμένου.
Είναι ο μόνος που δεν κοροϊδεύει ούτε τους άλλους ούτε τον εαυτό του»


«Θα είσαι όπως θελήσω. Θα σε κάνω στολίδι της συγκίνησής μου,
θα σε βάλω όπου θέλω, και όπως θέλω, μέσα μου.
Εσύ δεν έχεις στην κατοχή σου τίποτα.
Δεν είσαι κανένας γιατί δεν έχεις συνείδηση.
Μόλις που ζεις»



Fernando Pessoa, «Το βιβλίο της ανησυχίας»


...τότε, θα αντιληφθείτε ολοκάθαρα γιατί τα ηλεκτρονικά ερωτακραγγίγματα, αντριεύουν και θεριεύουν. Και γιατί σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα γίνονται στάχτη:
Μια και βασικό συστατικό του έρωτα είναι η μυθοποίηση, το διαδίκτυο ευνοεί τις όποιες «κατασκευές». Μυθεύματα, παραστάσεις που εξυπηρετούν δικές μας βέβαια, προσωπικές ανάγκες και για τις οποίες το έτερον μέλος ουδεμμία ευθύνη φέρει.
Με άλλα λόγια, μια και δεν κοιτάζουμε τον άλλον, «βλέπουμε» πιο εύκολα σ’ αυτόν αυτό που θέλουμε να δούμε, αγαπητή Marilia που αναρωτιέσαι και μ' έβαλες και μένα σε σκέψεις ανταριασμένες.

Για τους εικονολάτρεις; Παράδεισος!

Φορτώνοντας τον άλλον με ιδιότητες που διαφαίνεται να έχει, αλλά εμείς τις έχουμε για σίγουρες, στολίζουμε την εικόνα του με χίλια δυό (τροφή ετούτο της διαδυκτιακής επικοινωνίας) και, άμα τη εμφανίσει του, το κάστρο καταρρέει.
Κατά κανόνα. Όχι γιατί ο άλλος έχει το μαύρο του το χάλι, αλλά γιατί οι δικές μας προσδοκίες τον ήθελαν μ' έναν προκαθορισμένο τρόπο. Κι αυτός δεν μπορεί, δε γίνεται, να προσαρμόζεται στα δικά μας ζητούμενα.
Η όποια απόγοήτευσή μας τότε, αποτελεί πρώτης τάξεως υλικό για την επόμενη αναζήτηση!

Αυτό είναι ένα εξαιρετικό σημείο εδώ. Η απογοήτευση ανανεώνει την ελπίδα…
Που θα μου πας; Θα σε βρώ, σε οποιονδήποτε αχανή δαίδαλο του διαδικτύου είσαι χωμμένος!

Ο γραπτός λόγος βλέπετε, «γλιστράει» ευκολότερα. Φεύγει ανεμίζοντας πανάκια λευκά κι είναι και ασφαλής στα επίπεδα νερά μιας TFT οθόνης. Άλλο όμως ο λόγος που αρθρώνεται με μάρτυρες τα μάτια.
Κι επειδή ο γραπτός λόγος «γλιστράει», σβήνεται και ευκολότερα. Μ’ ένα delete, εξαφανιαζόλ. Ο άλλος, συχνά, δεν είναι παρά μια γραμμή, μια συστάδα από λέξεις που περνάει μπροστά από τα μάτια μας…

Η επαφή λειτουργεί με όλες τις αισθήσεις παρούσες - το ξέρουμε-, αλλιώς γίνεται παραίσθηση, ή όνειρο που εξαχνίζεται στον πρωινό αγέρα.
Ξενιτεμένα τα συναισθήματά μας, ξένα και ως προς την πηγή τους ακόμα, πως ν' αναγνωρίσουν πατρίδες.

Ένας φίλος ισχυρίζεται πως στο διαδίκτυο γνωρίζεις έναν άνθρωπο ανάποδα: πρώτα από μέσα κι έπειτα απ’ έξω.
Να 'χαμε -λέει- τα ενδότερα... έτσι πρόχειρα να τα σερβίραμε στον άλλον μ' ένα κλικ κι ένα enter!
Παρ’ όλα αυτά, η ζωή είναι απρόβλεπτη. Ευτυχώς. Και τα πάντα είναι δυνατά στην ηλεκτρονική μας αυτοεξορία. Ακόμα κι ένα αληθινό φιλί, με πολλαπλή ένωση καλωδίων. Ίσως κι ο έρωτας άνευ πίξελ…

Ο καθείς και τα όπλα του, ναι; Ναι. Όπου κι όπως.
Αλλιώτικες κι αλλόκοτες εποχές.
Αλλάξανε όνομα οι τρόποι που ανταμώνουν οι άνθρωποι.
Παράταιρα αλισβερίσια.

"Οδός διαδικτύου", γράφει η ταμπέλα. Ταμπέλα! Κυρίως.

Κι όμως...
Είναι σπουδαίο πράγμα να μπαίνεις στην περιπέτεια που λέγεται ανθρώπινη γνωριμία, "γυμνός" από πλάνα κι όνειρα. Χωρίς διάθεση, χωρίς και μπόρεση να εφαρμόσεις σχέδια και πλοκές.
Να μην είσαι εικονολάτρης, πάει να πει. Να ζεις εκείνο που υπάρχει, όχι την εικόνα του.
Τις περισσότερες φορές, μέσα στο κεφάλι μας, υπάρχει ο Άλλος -κατά πως λένε κι όσοι έχουνε διαβάσει Λακάν-.
Κοντολογίς, στα καθ΄ημάς, ο άνθρωπος που υπάρχει για να βεβαιώνει ότι σκέφτονται κι άλλοι έτσι, ότι δεν μας έχει στρίψει (τελείως).

Όποιοι κι αν είναι οι προσδιορισμοί του άλλου, στήνουμε ιστορίες.
Ζυμώνουμε υλικά. Ανακατεύουμε μείγματα. Σκηνοθετικά μαστορέματα.

Βλέπεις, συνήθως, αυτός που έχουμε απέναντι, μας είμαι πιο ωφέλιμος ως
ο Άλλος.

Κι όχι όπως πράγματι είναι.





( Night Ark, Picture )
 
Σάλπαρε η Καπετάνισσα ώρα 00:10 | Πανάκι ξεδιπλωμένο | 45 ανάσες
Σάββατο, Σεπτεμβρίου 09, 2006
Συναισθηματοπωλείον

Περάστε.
Είμαστε ανοιχτά.
Παρακαλώ;
Α, όχι, δεν αγοράζουμε συναισθήματα.
Πώλησις μόνο.
Μα πως, έχουμε περίσσευμα.
Πλεόνασμα, ακριβώς αυτό!
Οι οικονομικοί όροι, ξέρετε... δύσπεπτοι.

Δείτε! Μια ματιά στα ράφια...
Θυμός, οργή, φόβος, φθόνος,
αποδοκιμασία, αηδία, μίσος, α, όχι.
Μόνον αγάπη διαθέτει το κατάστημα.
Βεβαίως και για συνεστιάσεις, αστειεύεστε;
Παρακαλώ, ο κύριος;
Εύκαιρη αγάπη σε πακέτο, σαφώς.
Να σας πω πως μας συνέβη.
Μπουχτίσαμε ξέρετε. Ξεχείλισε η αγάπη.
Εγώ; Υπάλληλος, ναι.
Προσωπικό.
Εργάζομαι.
Επί προσωπικού.
Ιδέα της ιδιοκτήτριας.
Λογικόν! Σου λέει:
Έχω αγάπη, μα να την κάνω τι;
Να την δώσω που;
Δεν υπάρχει κανείς. Λοιπόν;
Να την χωνέψω, να την εξατμίσω, να την εξαφανίσω;
Να την πουλήσω.
Την θέλει κάποιος;
Η κυρία; Πάρτε, δοκιμάστε.
Δείγματα δωρεάν, όχι.
Ούτε παράδοση κατ' οίκον.
Ναι, είμαστε εκτός κέντρου επίτηδες.
Όρος.
Και Όρος.
Να το(ν) σκαρφαλώσετε.
Να κοπιάσετε για να την αποκτήσετε.
Να περπατήσετε.
Όχι, δεν έχουμε ζύγι, υπολογίζουμε με το μάτι.
Ορίστε; Αν στοιχίζει πολύ;
Μα η αγάπη πληρώνεται πάντα.
Ακριβοπληρώνεται.
Μετρητοίς βέβαια, μόνο.
Κι αν δεν είστε άξιός της,
δεν δεχόμαστε επιστροφές.

Πως; Εμπορευματοποίηση;
Σκοπιμότητες και συμφέροντα;
Τι μας λέτε!
Η μεγαλύτερη υποκρισία στην αγάπη κύριε,
είναι η δήθεν ανιδιοτέλεια.

Ο επόμενος παρακαλώ;



 
Σάλπαρε η Καπετάνισσα ώρα 01:06 | Πανάκι ξεδιπλωμένο | 52 ανάσες
Πέμπτη, Σεπτεμβρίου 07, 2006
Η κυρά Σελήνη κι η παρέα της

Έχω ένα φίλο καλό που καμώνεται πως μελετάει τα φεγγάρια.
Εξοπλισμένος πιότερο με σύνεργα παρά με της ψυχής τ' αξεδίψαστο βλέμμα, σκαρφαλώνει με μια παρέα από αντάρτες αστρονόμους, συνδυάζοντας ορειβασία κι έρευνα (μάλλον των βουνών παρά των βιβλίων η αστροπαρέα), σε σημεία που 'χουνε λέει διάφανη ορατότητα κι ορίζοντα καθαρό και διαβάζουνε τ' άστρα.

"Όπως το 'πας, όλο και πιο κοντά στα φεγγάρια φτάνεις. Μήπως να μετοικήσεις, να δει και το σύμπαν καλιμέντο"; - τον πειράζω.

Τούτος λοιπόν ο περισπούδαστος κι αστροφωτισμένος φίλος, μου'πε πως απόψε, θα΄χουμε (άκου πράματα!) έκλειψη σελήνης!

Η Κυρά των Αστεριών θα εισέλθει στην παρασκιά της Γης για ένα τετράωρο και θα παραμείνει στην σκιά της για μιάμιση ώρα.
Τούτο θα φανεί μ' ένα ελαφρύ σκοτείνιασμα στο βόρρειο τμήμα της, που καλό θα είναι να τ' αντικρύσει κανείς με κυάλια ειδικά, για να χαρεί το θέαμα.
Μιλούσε ο διαβασμένος φίλος, γι' αστερισμούς και τρόπους αναγνώρισης και κωδικοποιημένες "αναγνώσεις" και ανιχνεύσεις που σε οδηγούν σε μυστικές συναστρίες...

Μα εμένα να δείς που με μαγεύουνε πολλές ονομασίες τους. Και μάτια να μην είχα. Ωρίωνας, Κασσιόπη, Εξάντας, Άρκτος, Οκρίβας και Ταώς!

Να βρίσκεσαι λέει στης θάλασσας το άπλωμα, στου ουρανού το τέρμα.
Και να 'ρχεται ουράνιο παραμύθι μαγικό! Να σου μουρμούριζει μαζί με τον αγέρα εκεί, στις κοχλιδώσεις των αυτιών σου!
Όνειρα, μύθοι, χρυσόσκονη και ένα φως η νυχτιά, τ' αστέρια απ' ασήμι!

Είμαι καλεσμένη κιόλας, να πάω λέει απόψε με την αστροπαρέα, ν' αναλύσουμε τα ουράνια. Χα! Υπερφίαλος ο άνθρωπος ή ολοκούζουλος;
Μια χούφτα θνητοί με μια πυξίδα κι έναν διαβήτη στο χέρι, να βάλουνε σε λογαριασμό τα σύμπαντα! Αποκρυπτογράφηση του δέους.
Μου φτάνει να'χω στις παλάμες μου δυό αστεράκια να τρεμοπαίζουνε κι ας μην τα θωρώ μ' ευκρίνεια.
"Για άλλους λόγους υπάρχει η ξαστεριά", του φωνάζω.

Στην κόντρα και μια φίλη που διαβάζει το πεπρωμένο στα ζώδια. Κι είναι ανήσυχη πολύ, σημάδι ευανάγνωστο-λέει-, η έκλειψη απόψε.
Εντάσεις, αλλαγές, εξάρσεις, μπερδέματα σωρό με τον ερχομό της.
"Γιατί, όταν λείπει, όλα πάνε ντρέτα", καγχάζω.
Κι αρχίζει εκείνη το ζωδιακό τροπάρι, όχι τούτο θα συμβεί στα κριάρια, όχι τ' άλλο στα πιο "εσωτερικά" παρθενάκια και να φιρμάνια και να μαντικές και εν κατακλείδι, φοβού την Ειμαρμένη!
"Μωρέ δεν το'ξερα ότι το πνεύμα της Πυθίας αποδήμησε από τους Δελφούς για να ενδημήσει στις ρίζες του Ψηλορείτη (απ' όπου εκείνη κατάγεται)", ειρωνεύομαι γελώντας.

"Καλά. Λέγε-λέγε εσύ, με την έκλειψη θα δεις πως θα 'ρθουν όλα τούμπα", επιμένει η "μάντισσα".

Λέω λοιπόν εγώ.
Αφού μέσα από προβλέψεις αστρολογικές διαβάζεται το πεπρωμένο κι έρχονται κοντά τα μελλούμενα, πως θα τα βάλει κανείς με τέτοιες τελεσίδικες αστροδυνάμεις;
Άσε τα νερά ατάραχτα. Κι άλλες αγωνίες να'χω; Πως θα'ρθουνε τα πράγματα;
Ας βρούνε δρόμο ανοιχτό, να 'ρθούνε.

Έπειτα, το ημερολόγιο, το ρολόϊ, ο μπούσουλας, ο εξάντας κι ο αστρολάβος έχουνε μπει σε κάποιο μπαούλο εδώ και καιρό, δε θυμάμαι πόσο, με σκοπό να κοιμήσουνε τον Κρόνο, και ν' αφήσουνε το γιαλό στην ησυχία του απερίσπαστο από τους βλακώδεις μας ψευτοπροβληματισμούς.

Είτε κοιτάζουμε εκλείψεις στο ημερολόγιο είτε όχι, ο χρόνος θα κυλάει έτσι όπως έμαθε να κάνει από τότε που τον έφτιαξε ο από του ωού εκπηδήσας Έρως.

Να γινόταν μόνο, σε κάθε γιόμωση τους τα φεγγάρια, να μην μ' αδειάζουν...
Η χασοφεγγαριά, δεν με πιάνει τόσο.




Lionel Hampton - Blue Moon
 
Σάλπαρε η Καπετάνισσα ώρα 11:46 | Πανάκι ξεδιπλωμένο | 30 ανάσες
Τετάρτη, Σεπτεμβρίου 06, 2006
Χιλιόμετρα...


--- Η πιο μεγάλη απόσταση στον κόσμο, ποιά είναι, πες μου.

--- Απ' την καρδιά, στα χείλη...





( Στα είπα όλα, Σωκράτης Μάλαμας.
Μίλτος Πασχαλίδης - Οδυσσέας Ιωάννου, οι δημιουργοί.


Η φωτογραφία του Stephen Ware από το www.pbase.com )
 
Σάλπαρε η Καπετάνισσα ώρα 12:07 | Πανάκι ξεδιπλωμένο | 36 ανάσες
Δευτέρα, Σεπτεμβρίου 04, 2006
Γεφυρώματα

Μου το μαθαίνεις.
Εκπαιδευτής ή όχι, με διδάσκεις σωστά.
Γίνομαι χτίστης, μάστορας.
Αλφαδιάζω αποστάσεις.

Μπήγω βαθιά τα νύχια μου στο χώμα και σκάβω
το κάνω μπορετό
πιάνω χώμα, πέτρες και νερό.
Χτίζω, χτίζω, χτίζω.

Γιοφύρια τοξωτά, προβολικά,
αντιστηρίξεις, σκαλωσιές, καμάρες
ανοίγω σήραγγες, σφίγγω σχοινιά, καρφώνω στηρίγματα
διαβαίνω φαράγγια στενά κι υψίτειχα,
δένω κόμπους ακόμα και σε κοιλώματα
κι αναρριχώμαι.
Εσύ ραγίζεις τις κατασκευές μου
κι εγώ εκεί, χτίζω...

Τυφλός είσαι και δε βλέπεις τη μαστοριά μου;
Χτίστη δε ζήτησες;
Πόσο πιά να εξετάζεις!
Δομικά υλικά και προστασία.
Η έγκριση αναμένεται.

Βέβαια, τι ξέρεις εσύ από τεχνικές!
Λογιστής είσαι.
Του παρελθόντος σου.




(David Lynch, The bridge between

Η φωτογραφία, μοναδική σε σύλληψη, της "ioanna n" από το www.dpgr.gr)
 
Σάλπαρε η Καπετάνισσα ώρα 14:56 | Πανάκι ξεδιπλωμένο | 39 ανάσες
Σάββατο, Σεπτεμβρίου 02, 2006
Κερασμένο!

Να'ναι νοτιάς λιγωτικός. Να κολλάει πάνω σου η σκόνη και να νιώθεις τριγύρω τη χλωμάδα της ερήμου -μια δρασκελιά η Αφρική-, να σου μουρμουρίζει ανατολίτικα μυστικά. Ερωτοφερμένος νοτιάς. Κι αυτή η κάψα, δίχως καθαρότητα αλλά με περίσσια γλύκα.

Βρίσκομαι σταματημένη στο φανάρι. Διάχυτη η ραστώνη του Κρητικού νότου τριγύρω και, ξαφνικά, να μου'ρχεται η ξυπόλητη τσιγγανοπούλα, η μανδηλοφορούσα, να μου καθαρίσει το παμπρίζ.
Ακροβατώ ανάμεσα στη σκληράδα του στερεότυπου που κουβαλάει ο συγκεκριμένος ρόλος -παιδί των φαναριών- και στις περί ανθρωπισμού ελαστικές αρχές που ζουζουνίζουν στο μυαλό μου.

Εκείνη, επί τω έργω. Με αγνοεί σκανδαλωδώς, σχεδόν με περιφρονεί.

Στις δικές μου ενστάσεις, "μα είναι καθαρό το αμάξι, δεν σου είπα να συνεχίσεις", λαμβάνω την εξής απάντηση:
"Κερασμένο από τον μπροστινό"!

Κόκκαλο εγώ! Πραγματικός τζέντλεμαν ο μπροστινός οδηγός, βρήκε έναν ομολογουμένως, άκρως πρωτότυπο και ενδιαφέροντα τρόπο προσέγγισης!

Τι τριαντάφυλλα και πρασινάδες...
Τέτοιο φλερτ, δεν έχει ματα-ξανα-γίνει!
Μες στην ασφαλτο; Και με μέσον, την πιτσιρίκα των φαναριών;

Λέγε με εκσυγχρονισμένο φλερτ, ε; Έστω, επιδερμικό. Μες στην τόση ξηρασία, μπορεί και να σ' ακούσω...




(Η φωτογραφία από το www.photoaddiction.net)
 
Σάλπαρε η Καπετάνισσα ώρα 10:35 | Πανάκι ξεδιπλωμένο | 40 ανάσες


Layout design by Pannasmontata


©
Creative Commons License
Page copy protected against web site content infringement by Copyscape