Δευτέρα, Μαρτίου 26, 2007
Hasta La Vista Baby!

Αναχώρηση. Πες τηνε φυγή, ανάγκη που καιρό σπαρταράει, στέγνωμα στο λαιμό που βρήκε ρυάκι μπροστά, βάφτισέ την -κυριολεκτικά- απογείωση, ονόμασέ τη γιορτή. Μέσα είσαι.

Ταξίδι λοιπόν. Και ταξίδεμα. Δίχως σφύριγμα βαποριού, χωρίς "φουστάνι στη στεριά, ούτε μαντήλι", μα με φτερά από σίδερο. Και όνειρο ίδιο αερικό, που κολλάει πάνω στους ανέμους και στ' άστρα και τραγουδάει σ' ωκεανούς κι ερήμους.

Έχουμε και λέμε: Ηράκλειο -Νέα Υόρκη- Μαΐάμι- Μπαχάμες- Κούβα!
Ξέρω, αναπάντεχο το ανακοινωθέν, μα σάμπως τα ξαφνικά δεν ορίζουν τη χαρά μας;
Κυρίως Κούβα. Μυαλοπλάνα. Μάγισσα. Λαχτάρα μεγάλη. Για κείνη την ατμόσφαιρα τη φασαριόζικη, τη γλεντζέδικη, που'χει μυρωδιά ζωής μεθυστικής. Αχόρταγης. Ανεξάντλητης και πληθωρικής. Γενναιόδωρης.
Ζωής δηλαδή, πραγματικής.
Γέλια χρωματισμένα με ρούμι και με λικνίσματα κεφάτης μουσικής, πούρα να καμαρώνεις το αλλιώτικο, χώματα που πατούν άνθρωποι ανοιχτόκαρδοι με ιστορία ξεχωριστή, επαναστατικότητα ξεθωριασμένη, θάλασσες που μυρίζουν αλλιώς, μύθοι που ακόμα αναπνέουν, συνθήματα -φωνές στους τοίχους, ο ήρωας Τσε και ο Φιντέλ, εικόνες καιρών υγρών σαν την ατμόσφαιρα, σάλσα και σάμπα και μοχίτο και Landa ιδρωμένο που αγκομαχά, ζωγραφισμένα μπαλκόνια και ήλιος στα πρόσωπα, νύχτες να ζήσεις να θυμάσαι...

Όλα εδώ. Όλα κοντά. Τόσο, που απλώνεις χέρι. Δίπλα. Κι ένα παιδί που περιμένει να παίξει και να τρέξει και να χαχανίσει με τις ώρες. Γιατί η τελευταία χρονιά ήτανε μητριά κακιά. Και το μάγουλο ακόμα τσούζει απ' τα χαστούκια.
Βλέπεις, είπα πως τα σκαρφαλώματα στις αγριεμένες πλαγιές σταματήσανε κι ήρθανε τα πράγματα να με τιμωρήσουν για την έπαρση. "Σιγά! Θαρρείς πως οι πίκρες στερέψανε; Ό,τι ήπιες, ήπιες; Μωρέ βαρέλια σου'χω φυλαμένα"!
Καλώς. Πότης απ' την ανάποδη. Ας πάνε στους ανέμους. Και στα εφτά νερά.


Μπροστά τώρα. Στην Αβάνα και στη Σάντα Κλάρα, στο Τρινιδάδ και στο Βαραδέρο. Στην άλλη πλευρά της γης.
Νιώθω τόσο αλλιώτικα όταν βρίσκομαι σε τόπο μακρινό... Θυμάμαι πριν εφτά-οκτώ χρόνια στην Αυστραλία, πως έτρεμε η ψυχή μου στη σκέψη της Ελλάδας, πως πάγωνα στην πραγματικότητα της ξενιτιάς. Και στην Ασία, συναίσθημα όμοιο. Αμερική, επίσης. Αυτός ο ουρανός της Florida, ποτέ ξάστερος. Ποτέ.

Θα'μαστε μακριά λοιπόν το Πάσχα.
Παρά την ψύχρα που μας τριγυρίζει τις τελευταίες μέρες, νομίζω πως κάπου πίσω απ' τις κουίντες ετοιμάζεται η ελληνική Άνοιξη, η κολυμπήθρα της χαρμολύπης που μας αναβαφτίζει κάθε χρόνο.
Ξέρω, θα συμβούν τα ιερά κι αλλόκοτα του τόπου μου κι εγώ θα τα χάσω. Θα συλλογιέμαι τις εκκλησιές τη Μεγαλοβδομάδα, που γιορτάζουν το θράσος των ελλήνων: Χμ! Ποιός λαός τολμά να πει στο Θεό του "πού έδυ σου το κάλλος"; Ποιός αποτολμά να πάει άπαξ του έτους στην ίδια του την κηδεία;

Σκέφτομαι λοιπόν, τώρα που δαγκώνουν τη ψυχή μου συγκινήματα, πόσο ζαβολιάρες είναι οι αποστάσεις. Ο τρόπος που τις αισθανόμαστε δηλαδή. Ας πούμε, να σε χωρίζει Ατλαντικός απ' τον άλλον και να'ναι σα να ακούς την ανάσα του εντός σου κι από την άλλη να τον έχεις δίπλα και να τον νιώθεις Ανταρκτική και βάλε. Γνωστό.



Έχει και γενέθλια μέρα ο Μάρτης. Η εικοστή ενάτη. Κι εγώ θα πατώ έδαφος αμερικάνικου νότου. Μέρα βαριά. Από πάντα θαρρώ. Δηλαδή... είχε μια ουλή βαθιά, να μπαίνει να κάνει τσουλήθρα ο χρόνος, να την πιέζει, ν'ανοίγει κι άλλο. Θα 'χω αγαπημένα βλέμματα κοντά, κι αυτό είναι μεγάλο. Σπουδαίοι και οι φίλοι οι καλοί που ίδια μέρα σβήνουνε κεράκια. Λίγο το΄χεις;

Λέω λοιπόν καθώς έρχονται και χάνονται μέρες γενεθλίων (χρόνια πες τα, μη φοβάσαι), πως μεγαλώνω -εύχομαι σε καρδιά- κι ίσως να γλυκο-ωριμάζω.


Κι έτσι, εκτιμώ όλο και πιο βαθειά, πιο ουσιαστικά,
τη λυτρωτική δύναμη του χιούμορ,
δίνω χώρο στην έφηβη μέσα μου ν' ανασαίνει,
καταλαβαίνω περισσότερο τ' ανθρώπινα λάθη,
ακούω πιότερο παρά μιλώ,
ξέρω πως μπορώ να περιμένω τα πάντα από τους πάντες
και συνάμα να μη ζητάω τίποτα,
κατανοώ καλύτερα τους άντρες (αυτό για... ξαναπές το),
εμπιστεύομαι τη ζωή και τις μαγικές διαστάσεις της,
τη δυναμική των πραγμάτων κατά πως λεν,
αντιλαμβάνομαι ότι κανείς δεν μου χρωστάει τίποτα,
ούτε καν έναν λόγο γλυκό,
παλεύω να συνταιριάξω αυτό που σκέφτομαι, που νιώθω,
που λέω και που κάνω (μέγα άλμα),
μ' ενδιαφέρει μόνο η άποψη όσων εκτιμώ,
εξελίσσομαι για να επιβεβαιώνω την άγνοιά μου,
σταματώ τις υπεραναλύσεις και αφήνομαι στη στιγμή, στη χαρά, στη ζωή,
συνειδητοποιώ πως ποτέ δεν θα μπορέσω να κατανοήσω
εις βάθος την ανθρώπινη συμπεριφορά,
γίνομαι αντάρτισσα της πράξης,
καμαρώνω για τις επιλογές μου και το κόστος τους,
αφουγκράζομαι πιό καθαρά τις παιδικές φωνές,
ντύνομαι πρωταγωνίστρια της ζωής και όχι παρατηρητής της,
αυξάνουν τα "θέλω" μου,
λέω πως ίσως και να γίνομαι καλύτερος άνθρωπος,
αποχωρίζομαι την έπαρση της άγουρης νιότης,
μου φτάνει ένα άγγιγμα και μια ματιά για ν' απογειωθώ,
γυρίζω τον κόσμο με την ελπίδα ότι ίσως να γνωρίσω και τον εντός μου,
βλέπω την αρχή, εκεί που γράφει τέλος.


Θα σας αφήσω κόκκινα φιλιά, που 'ναι και πασχαλιάτικα. Και λάμπουνε θαρρώ, σαν την αναστάσιμη φλόγα. Απούσα η αφεντιά μου για το ζεστό φιλί της αγάπης, όμως ο Απρίλης που θα διαφεντέψει σε πέντε μέρες την πλάση, θα σας φέρει μια μυρωδιά ζεστή, γεμάτη γέλιο από μακριά. Έτσι, ναι. Σαν χαδιάρικο, περιπλανώμενο αεράκι που τριγυρίζει καπνούς, αντηλιές, πεθυμιές και θύμησες.

Ανθισμένη Πασχαλιά! Και φλογερή! Η μέρα της επιστροφής, έκπληξη.
Μπορεί και... να μη ξέρω!

Την αγάπη και τον νου σας.


(Η πρώτη φωτογραφία είναι του Mr.Mark από το www.flickr.com
και η δεύτερη, καλού φίλου)


Και... για Πρόβα Τζενεράλε...

 
Σάλπαρε η Καπετάνισσα ώρα 00:53 | Πανάκι ξεδιπλωμένο | 87 ανάσες
Σάββατο, Μαρτίου 24, 2007
Δημόσια Συγγνώμη
Λάθος λιγότερο ή περισσότερο, ποιός μπορεί με σιγουριά να πεί... Λάθος όμως. Η δημοσίευση φωτογραφιών δίχως την άδεια του δημιουργού τους. Το κάνω. Θεωρώντας, σαν παιδί που η ματιά του μαρτυράει καθρεφτίσματα ψυχής, πως αν αναφέρω όνομα -όταν το γνωρίζω-, λειτουργώ έντιμα.

Έχει γίνει πολλές φορές λόγος για την πορεία των όσων -γραπτών και μη-, έχουν διαδικτυακή μορφή. Η πληροφορία και ο δρόμος της. Σήμερα. Σαστισμένοι όλοι μπροστά σ' ένα άνοιγμα ασύλληπτο, αμήχανοι, τριγυρίζουμε τους ημιφωτισμένους δαιδάλους του κυβερνοχώρου σαν σε ξέφραγο αμπέλι.
Αλλιώτικη η φορεσιά πιά για τον κόσμο μας. Κι όλος ο πλανήτης μες στο σπιτικό μας.

Οι δημιουργοί που δημοσιεύουν φωτογραφίες τους στο dpgr μου γύρεψαν
ε δ ώ το λόγο. Συχνά επιλέγω τα δημιουργήματά τους να ζεστάνουν τα λόγια μου δίχως να τους ζητώ την άδεια. Απολογούμαι. Όποια κι αν θεωρεί κανείς ότι μπορεί να είναι η τύχη ενός δημιουργήματος που χύνεται στο διαδικτυακό πέλαγος, ο πρωτομάστορας πρέπει να έχει γνώση.
Από εδώ και στο εξής, θ' αγγίζω με περίσσια προσοχή όποια φωτογραφία, Έλληνα ή ξένου φωτογράφου δημοσιεύεται σε τούτη τη γωνιά. Και, όπου αυτό είναι εφικτό -είναι εν ζωή ο φωτογράφος και υπάρχει δυνατότητα επικοινωνίας-, θα ζητώ την συγκατάθεσή του.
 
Σάλπαρε η Καπετάνισσα ώρα 20:35 | Πανάκι ξεδιπλωμένο | 58 ανάσες
Πέμπτη, Μαρτίου 22, 2007
Κόσμος στη σκόνη, μυαλά στο ενυδρείο


Παγκόσμια ημέρα νερού σήμερα:
Να θυμηθώ να κλαίω, να μη στεγνώσω...



Βουτιές στην υγρασία της μουσικής
που ποτέ δε κοκάλωσε την εφηβεία μας.
Κόντρα στη ξηρασία των καιρών,
των μυαλών, των λόγων.
Κολύμπι στ' ανοιχτά της εποχής που εμείς διαλέγουμε για να μουλιάσουν τα διψασμένα μας μέλη, έτσι, σα μουσκεμένο ξόρκι στις στραγγισμένες συνειδήσεις και στην αποστειρωμένη θέαση της ζωής.

Άνυδρες πατρίδες οι άνθρωποι. Στερεοποιημένο υλικό η σκέψη. Άκαμπτο. Κι είναι η μνήμη πόσο νοτισμένη!

Σ' αυτήν την αγκυλωμένη, αφυδατωμένη πραγματικότητα τόσων μαραζωμένων ονείρων, ποιός άλλος απ' τη ψιχάλα της μουσικής
θα μας καταβρέξει;

 
Σάλπαρε η Καπετάνισσα ώρα 20:21 | Πανάκι ξεδιπλωμένο | 17 ανάσες
Τετάρτη, Μαρτίου 21, 2007
Ό,τι κι αν ζήσουμε το 'χουμε δει
σαν μια σκηνή από άλλη ταινία...


Να στήνεις ιστορίες έτσι, για το τίποτα, ή, απ' της ζωής το κορυφαίο σημείο ξεκινώντας, και να τις κρεμάς χάντρα λαμπερή, καρδιά πιο κόκκινη, πάνω στο λευκό πανί. Να μαζεύεις όλα τα ξωτικά και τα νεραϊδοπαίδια της γης κάτω απ' την ημισέληνο να σου προδώσουν μαγικά μυστικά κι αυτά σαστισμένα, να σου λένε πως τα ξέρεις όλα. Να'χεις στα χέρια σου σταγόνες απ' το πρώτο μίγμα των αστεριών για να ράνεις εκείνη τη χορδή που κάνει όλες τις αισθήσεις τ' ανθρώπου να πάλλονται μαζί. Σύμπνοια, συνταίριασμα, ομοψυχία. Σε μια εικόνα. Και σε πολλές. Αρκεί να είναι εκεί, απέναντι. Στην οθόνη τη μεγάλη. Παραδείσου πόρτα και φεγγίτης εξόδου μαζί. Γιατί οι καιροί είναι τυφλοί. Μα τα δικά μας μάτια φτερουγίζουν -ενίοτε λαβωμένα- σε ουρανό κινηματογραφικό. Το σινεμά. Κι εικόνες του χαρτάκια με σημειώσεις. Μερικές, εδώ. Μαζί με το γιατί και το πως.

Ο Δόκτωρας με τις δεκαεφτά σαΐτες του, μ' έβαλε στόχο.
Απ' τα ίδια τον κερνώ.
Η
Τολίτσα ζήτησε εφτά βήματα να βγουν από την σκοτεινή αίθουσα στο φως κι άλλα τόσα η Discolata.
Λογικά: Δεκαεφτά ο Δόκτωρας, εφτά η Τολίτσα κι εφτά η Discolata, μας κάνουν τριάντα και μία.
Κι αν σας φαίνεται άδικο, να σπείρω δώθε-κείθε μουσικές που χύθηκαν απ' τη μεγάλη οθόνη να σας γλυκάνω!
Η αγαπημένη μου
Serenity έγινε η αιτία για το κείμενο που προλογίζει. Οι λέξεις που ξεχωρίζουν, δώρα δικά της που μεγάλωσαν...


The Godfather
Ο Νονός
Francis Ford Coppola

Ιστορία. Η ιστορία.
Τρία φύλλα να γυρίζεις και να σου προκύπτουν τόμοι ολάκεροι, σελίδες π' αχόρταγα μεγαλώνουν.
Αλήθειες στον υπερθετικό.
Αυτό κυρίως μ' εντυπωσίασε εδώ.
Η ζωή μας όταν το βλέμμα αποστρέφεται τη θέα, το λυσσαλέο φάγωμα της ανθρώπινης σάρκας μέχρι τα οστά, την ώρα που ο καπιταλισμός ανθεί και οι κανόνες του σέρνονται ντροπιασμένοι.


Αναρρίχηση, μέχρι τον πάτο.

Σκηνές και μελωδικές στιγμές.




A Clockwork Orange
Κουρδιστό Πορτοκάλι
Stanley Kubrick

Μυθοποιημένη στο μυαλό μου, μάλλον γιατί βουτήχτηκα στα χειμαρρώδη, βίαια χρώματά της σε ηλικία τρυφερή, σηματοδότησε εντός μου την απαρχή του "Εγώ Πιστεύω και Διεκδικώ".
Παντιέρα ελευθερίας και αντίδρασης, επιθετικότητα γιατί ο κόσμος αλλάζει μέσα απ' την οργή, ορμή νιότης που υψώνεται και καταπίνει το θέαμα και γίνεται πρωταγωνιστής, ακόμα και σε στιγμές γκροτέσκο.

Τέχνη!
Εικόνα και Μουσική





One Flew Over The Cuckoo's Nest
Στη Φωλιά του Κούκου
Milos Forman

Εξαίσια χαρτογράφηση πάνω στο λευκό πανί του σαθρού κοινωνικού ιστού που καμώνεται πως έχει συνοχή στις ίνες και του ανθρώπου, δέκτη και πομπού, δημιουργού και δημιουργήματος.
Σπόρια συνέλεξα από δω, για να δομήσω την ενσυνείδητη υπόστασή μου .

(Ματιές στη φωλιά)





Taxi Driver
Ο Ταξιτζής
Martin Scorsese

"Κάποια μέρα, μια πραγματική βροχή θα παρασύρει όλα τα σκουπίδια απ'τους δρόμους".

Δέηση, ικεσία, παράνοια, ευλογία;
Όπως και να'χει, η βρωμιά είναι διαχρονική υπόθεση.
Και το ζητούμενο της κάθαρσης επίσης.
Κι οι νευρώνες να τραμπαλίζονται.
Πόση άμυνα να σου προσφέρουν κι οι τοίχοι;


Ταινία, απ' αυτές που ορίζουν την σκέψη σου.


(Να, έτσι...)






The Deer Hunter
Ο Ελαφοκυνηγός
Michael Cimino

Πιτσιρίκα ήμουν όταν την πρωτοείδα -ξεκινήματα εφηβείας- και για νύχτες, δεν έκλεινα μάτι.
Ζέσταινα μέσα μου την σκηνή της ρώσικης ρουλέτας να την ξορκίσω.


Η αντάρα του πολέμου μ' έλιωνε, ξαγρυπνούσα με το βόγκο του θανάτου, με το χαλασμό που καίει την ανθρώπινη ζωή προτού ν' ανάψει σπίθα.

Με σημάδεψε και ως προς το μέγα ζήτημα της φιλίας. Προφανώς, θεμελίωσε και τις ιδεολογικές μου αναζητήσεις.

Μελωδία και στιγμές.




Apocalypse Now
Αποκάλυψη Τώρα
Francis Ford Coppola

Χέρι πέρα απ' τ' ανθρώπινα, εμπνευσμένο, πέταξε με φόρα στη μεγάλη οθόνη βλέμματα μύθων, οιμωγές απ' τα Τάρταρα, σοφίες πίσω από σκιές, πορείες-τελετουργίες μύησης, ψιθυρίσματα, κραυγές, μουσικές.

Μέθεξη στη λατρεία του Άρη;

Μπα... Αλήθειες ξάστερες.

Τόσο, που τσούζουν τα μάτια.
Ένα ανθρώπινο θαύμα που βουτά στη μουσική.



Das Boot
Το Υποβρύχιο
Wolfgang Petersen

Αριστουργηματική στο είδος της, ταξίδι βαθύ, πραγματική κατάδυση στην ανθρώπινη ψυχοσύνθεση.


Λεπίδες στο στομάχι κι ο ιδρώτας σε συνεχή πολιορκία.
Μέχρι να'ρθει καταπάνω σου ο αέρας πας στοίχημα πως είσαι κάτω από στεριές και θάλασσες.

Κι όμως, στο τέλος, τον άνθρωπο φυσάς.
Και βρέχεσαι.

(Ιδού...)






Dead Poets Society
Ο Κύκλος των Χαμένων Ποιητών
Peter Weir
Ν' αγκαλιάσω το πανί. Να πω, έτσι τον θέλω τον κόσμο. Μου. Αυτό μου 'ρχότανε.
Την πρώτη φορά. και τη δεύτερη. Και ξανά και ξανά.
Ταινία, να μη χορταίνεις.
Γρονθοκόπημα σ' αγκυλωμένες ηθικές, λευτέρωμα σε όνειρο που έμοιαζε βουβό.
Να λες, "έτσι θα γίνω"!

(Oh Captain, my Captain...)






La Vita e Βella
Η Ζωή Είναι Ωραία
Roberto Benigni
Βαλάντωσα. Έπιασα να μετρώ τα μικρά, που έρπονται φίδια στα πόδια μας και τα μεγάλα, θηρία που παραμονεύουν. Κομματάκια η ψυχή.
Για την παιδικότητα, τη μόνη θεά, το χιούμορ, χώμα μαλακό να λιάζεσαι, την αγάπη, αχ η αγάπη...
Και του πολέμου τα γαμψά, αρπαχτικά νύχια με τη μυρωδιά από αίμα.
"Μποντζόρνο Πριγκηπέσσα", φωνάζει η ζωή!
Και τραγουδάει...





The Piano
Μαθήματα Πιάνου
Jane Campion

Ένα ρευστό κομμάτι της ψυχής μου έμεινε καθισμένο στη βελούδινη, μπορντώ πολυθρόνα εκείνης της κινηματογραφικής αίθουσας.
Χώθηκε κάτω από τα παπούτσια των απανταχού σινεφίλ κι έκλαψε βουβά. Γαντζώθηκε απ' τα χείλη τους κι έσπρωξε στη φωνή τους παράπονο μέγα.

Χωρίς λύτρωση, με θεϊκή μουσική και βροχή συναισθημάτων.




Bom Yeoreum Gaeul Gyeoul
Geurigo Bom
Άνοιξη, Kαλοκαίρι, Φθινόπωρο, Χειμώνας και Άνοιξη
Kim Kee Deok


Ποίηση. Χρόνος, τόπος, άνθρωπος, θεός. Ροή. Η ζωή ντυμένη ρόλους αρχέτυπων, ο Έρωτας γεύση όμοια με πρωτόγαλα λαίμαργα ρουφηγμένο, τ' αγγίγματα, οι μυρωδιές, οι αισθήσεις, όλα, ορυκτό πολύτιμο.
Μες στις σιωπές της φύσης.
Εκεί που το πνεύμα μεγαλουργεί.

Λατρεμένη.
Τόση ομορφιά, σχεδόν πονάει. Σβήστο. Σίγουρα.
(Μάντεψε εποχή)





Mar Adentro
Η Θάλασσα Μέσα Μου
Alejandro Amenabar

Με συγκλόνισε. Και οι εφτά ν' ανεμοδέρνονται εντός μου και να στερεύουν την ίδια στιγμή. Αυτό που λένε μοίρα τ' ανθρώπου, ανάγκη που δεν έχει χρόνο και μορφή, λαχτάρα κι απελπισία μαζί, κοινή, ιερή, μία.
Στάλες στα μάτια, ίδιος ποταμός.
Παρακολύμπησα.

Έξοχος ο Χαβιέρ Μπαρδέμ.
(Θυμηθείτε...)



Λίγο φλέρτ ακόμα με την Έβδομη Τέχνη...

Casablanca, Michael Curtiz. Η πρώτη σχηματοποίηση του Άντρα στην οθόνη, η Γυναίκα να στρογγυλεύει την αψιά κι ο Έρωτας σε ασπρόμαυρο φόντο, θολωμένος μες σε ομίχλη αεροδρομίου.

Psycho (Ψυχώ), Alfred Hitchcock κι η μουσική, ανατριχίλα.

Lawrence of Arabia (Ο Λώρενς της Αραβίας), David Lean, κορυφαίο έπος.

2001: A space Odyssey (Οδύσσεια του Διαστήματος), Stanley Kubrick, πρωτοταξιδέματα απόκοσμα και μελωδικά.

Otto e Mezzo (81/2), Federico Fellini. Όνειρο, για κάθε σκηνοθέτη.

The Postman Always Rings Twice (Ο Ταχυδρόμος Χτυπάει Πάντα Δυό Φορές), Bob Rafelson (remake). Ο Έρωτας κι η ειμαρμένη, το πάθος κι η πληρωμή του. Σκηνές, έξοχα κλασικές.

American Beauty, Sam Mendes. Χαρακιά σε καλοθρεμμένο μάγουλο κι η μουσική, μέλι.

Breaking the Waves (Δαμάζοντας τα Κύματα), Lars von Trier. Άλλα χαστούκια δυνατά σε πρόσωπο χιλιοφιλημένο. Ανατροπές παγιωμένων αντιλήψεων περί έρωτα, αιρετική ματιά, αγωνίες ψυχής, νυχιές και χάδια, ένας κόσμος τούμπα. Έρωτας. Πάει να πει, Επανάσταση.

Amélie (Αμελί), Jean Pierre Jeunet. Χαρά όπως μουσική και μουσική ίδια χαρά!

Shine (Ο σολίστας), Scott Hicks. Άνθρωπος, πόνος, συγκινήματα, παλέματα, πλήκτρα δαιμονισμένα. Λύτρωση. Φως!

Underground, Emir Kusturica. Πατρίδες, σύνορα εντός και στους χάρτες της γης, αίμα συγγενικό, γη κοντινή, Διόνυσος που καλεί.

La Pianiste (Η Δασκάλα του Πιάνου), Michael Haneke. Έρωτας που σπάει βιτρίνες και κυλιέται σε θρύψαλλα, εικόνες που δημιουργούν παράσιτα, βαθιά ανθρώπινες ανάγκες που σφίγγονται γερά, κότσος στα μαλλιά. Δύναμη. Και μαζί, ό,τι πιο τρωτό.

Fried Green Tomatoes (Πράσινες Τηγανιτές Τομάτες), Jon Avnet. Γυναίκες που πορεύονται, σμίγουν, απομακρύνονται, γδύνουν τα συναισθήματά τους και ζούν. Θαυμάσιος τρόπος να ζεις!

The Hours (Οι Ώρες), Stephen Daldry. Γυναίκες ξανά. Το όνειρο κι η στιγμή που το δίνει, που το σβήνει, το τέλος σαν αρχή, τα κορμιά που σπαρταράνε στον έρωτα και στο θάνατο. Κι η μουσική, μάγισσα.

Dogville Lars von Trier. Κόμποι αριστερά στο στέρνο. Και στο στομάχι. Αγριάδες, όπως οι ανθρώπινες. Και η θεατρική ατμόσφαιρα μέθη και λυγμός.

21 Grams (21 Γραμμάρια), Alejandro González Iñárritu. Συγκλονιστική. Τόσο, που μοιάζει αληθινή. Σαν θάνατος.

The Sixth Sense (Η Έκτη Αίσθηση), M. Night Shyamalan. Ευφυέστατη. Ως σύλληψη, ως πραγματοποίηση. Κι ως θέαση, πολύτιμη εμπειρία.

Trois couleurs: Bleu (Μπλέ Ταινία), Krzysztof Kieslowski. Μέγιστες αξίες από έναν κορυφαίο Δημιουργό. Και η Τέχνη γιορτάζει!

Η σειρά δεν είναι αξιολογική.
Έχει συναισθηματική χροιά αλλά δεν ακολουθεί ιεραρχία.
Ο τίτλος είναι στίχος της Λίνας Νικολακοπούλου.

 
Σάλπαρε η Καπετάνισσα ώρα 00:44 | Πανάκι ξεδιπλωμένο | 20 ανάσες
Σάββατο, Μαρτίου 17, 2007
Διακόσμηση χρόνου



«Λοιπόν, αγαπητοί μου, θα συμφωνήσω πως ένα σωρό καθ΄έξη αεριτζήδες, ιθαγενείς διανοούμενοι, δεν κάνουν άλλο από το να διενεργούν νεκροψία εις βάρος του πτώματος της τέχνης, αντί να προβούν σε μια μεγαλειώδη ανασκευή. Έτσι ακριβώς, λειτουργούν και με το χρόνο τους. Εκεί κι αν χρειάζεται τέχνη! Εν ολίγοις, τίποτα δεν χαμπαριάζουν από τις αλλαγές που συντελούνται γύρω μας».

"Και μέσα μας", τόλμησα να ψιθυρίσω στην Εύα. Κούνησε το κεφάλι ωθώντας με να συνεχίσω. "Μωρ' τι'ναι τούτος εδώ... Λέει, λέει, ανάσα δεν παίρνει πιά... Και τούτος ο λόγος! Με καλέμι τον χάραξε";
"Άλλο δεν κάνει", μουρμούρισε η Εύα, "από το να γυρίζει από διάλεξη σε διάλεξη μιλώντας πότε για την σκοπιμότητα της τέχνης, πότε για τη διαχείριση του χρόνου. Άλλοτε και για τα δυό μαζί".

Φίλη καλή η Εύα, μ' έσυρε στην ουσία, σε τούτη την εκδήλωση. Τους γυρολόγους του κάθε δημόσιου βήματος, τους αντιμετωπίζω με την κατανόηση που ενδείκνυται σε όσους πάσχουν από ενδοδιαταραχές με μεταστάσεις ψυχοπαθολογικής υφής.
Άκου ειδικός στη διαχείριση χρόνου, αυτός που μόνο το τικ-τακ του ρολογιού μοιάζει ν' αφουγκράζεται!
Επιβεβαίωσε την άποψή μου η σύντομη παρέμβαση ενός κυρίου ηλικιωμένου, με δωρική φυσιογνωμία, που περιέγραψε τον τρόπο που οι Ινδοί προσλαμβάνουν της έννοια του χρόνου, σχετίζονται με το πέρασμα του καιρού, βιώνουν τη στιγμή και τα αιτήματα της ψυχής τους.
Αιφνιδιάστηκα ευχάριστα όταν άκουσα πως ακολουθούν τις επιθυμίες τους κι όχι ωράρια επιβεβλημένα. Χρόνος και λήθη; Αδελφάκια! Αν για παράδειγμα λαχταρούν νωχελικό περίπατο, αντί για πιεστικό οκτάωρο, ο εργοδότης τους απλώς, συναινεί.
Άλλη χρήση του χρόνου, πραγματική τέχνη, σημείωσε ο "παρεμβολέας".

Ο ομιλητής προσπάθησε μάταια, να καταπιεί τις αγριάδες που τον τσιγκλούσανε:
«Μα, τι λέτε κύριε; Τι παράδειγμα αναφέρετε; Στην Δύση, η επιβολή του γραμμικού χρόνου μας φέρνει εμπρός σε άλλες πρακτικές.
Για τι πράγμα μιλάτε; Για χρόνο κυκλικό; Δήθεν ευέλικτο; Αποδυναμωμένος πλέον, σας υπενθυμίζω. Ο χρόνος ο προσδιορισμένος, ο προγραμματισμένος μέσα στη δράση, δεν είναι κάποιο στάδιο στην ιστορία της ανθρωπότητας που πρέπει ν' αποφεύγεται! Είναι συντάσσον δεδομένο, ιδρυτικό στοιχείο της προόδου των κοινωνιών. Για ανάπτυξη ομιλώ, σας υπενθυμίζω. Για εξέλιξη!
Μήπως να λάβουμε υπόψιν κοινωνίες που πολιτισμικά υπερτερούν των Ινδιών; Εδώ δεν θεωρητικολογούμε ούτε θρησκειολογούμε γυρεύοντας τη λύση στο πρόβλημα της κατανόησης του χρόνου.
Οι Ινδοί, μπορεί να προσεγγίζουν την κατανόηση του χρόνου και της τελειότητας του ανθρώπου, στο μεθόριο του φυσικού και του επέκεινα.
Εμείς, κοινωνικά και ιστορικά προσδιορισμένοι, θέλουμε τον χρόνο μας παραγωγικό».

"Ανάθεμα κι αν καταλαβαίνω ακριβώς τι εννοεί", εκνευρίστηκε η Εύα. "Δηλαδή, εμείς καλοπερνάμε; Μήπως οι Ιάπωνες που είναι στεγνοί, ξερακιανοί και καλοκουρδισμένοι; Μωρέ αν μπορούσα εγώ να κάνω σκασιαρχείο απ' τη δουλειά με τις ευλογίες του δ/ντή..."

«Το ζήτημα των καιρών, είναι ο χρόνος. Ο χειρισμός του. Πως θα τον γεμίσουμε αποδοτικότερα, πως οι δραστηριότητές μας θα λειτουργούν προς όφελός μας, κάνοντας τον χρόνο μας μήτρα που θα γεννοβολά τα σπουδαία και όχι τ' ασήμαντα. Ας το τολμήσουμε! Μερικοί από μας, έστω και ... ετεροχρονισμένα! Να δημιουργούμε συνεχώς, να μην αφήνουμε λεπτό χαμένο, να δημιουργήσουμε με δράση κι όχι με νωθρότητα, τη δική μας, προσωπική ιστορία. Σας ευχαριστώ».

"Δεν πάει καλά", θύμωσε η Εύα. "Το θέμα είναι πως θα αδειάσουμε το χρόνο μας όχι πως θα τον γεμίσουμε! Έτσι που φορτώσαμε τη ζωή μας, λυγάει, λιώνει, δεν το νιώθει τούτος εδώ";
"Εσύ, τον είδες να νιώθει;" τσίριξα.

Είπα να τον πλησιάσω στο τέλος. Να σταθώ απέναντι στο "φωτισμένο" του μυαλό. Δηλαδή, για την ακρίβεια, στάθηκα δίπλα σε μικρό κύκλο που τον περιέβαλε. Τον άκουσα να μιλάει σε εκπρόσωπο της δημοτικής αρχής για το χώρο. Που ήταν λιτός, δίχως περίσσια έμπνευση, χωρίς παρέμβαση από ειδικούς της (δικής του) τέχνης.
«Χρειάζεται τέχνη αυτή η αίθουσα, να μεριμνήσει ο δήμαρχος. Απαραιτήτως, να προσλάβει κάποιον που να ασχολείται με τη διακόσμηση χώρου».
Δεν άντεξα. Άνοιξα τον ανθρώπινο κύκλο των κολάκων με την παλάμη κι έβγαλαν τα μάτια μου φωτιά.
"Θαυμάσια ιδέα και για σας! Απαραιτήτως, να προσλάβετε συμβουλάτορα που να ασχολείται με τη διακόσμηση χρόνου".


(Έμφαση δίνεται στις λέξεις που μου φόρεσε χαμόγελο παιχνιδιάρικο
ο Γιώργος, για να τους δώσω μιλιά.
Η φωτογραφία είναι της "coda67" από το flickr.com )
 
Σάλπαρε η Καπετάνισσα ώρα 01:19 | Πανάκι ξεδιπλωμένο | 22 ανάσες
Τρίτη, Μαρτίου 13, 2007
Ο έρωντας του έρωτα

Πως έγινε τώρα και θυμήθηκα τη στιγμή...
Βρε αναποδογυρίσματα στο χρόνο και στο λογισμό!
Περνούσαμε το φαράγγι -θυμάσαι;- να, λίγο θέλαμε να φτάσουμε στην Αγιά Ρουμέλη και μετά βουρ για τα Σφακιά, τ΄αγαπημένα...
Ή στο Λουτρό μείναμε εκείνο το βράδυ; Θόλωσα! Ας είναι.

Φορούσα το ιταλικό καπέλο το ψάθινο που 'χε δυό κεράσια ξύλινα ντεκόρ κι όλο τα πείραζες κι έλεγες πως αν τα 'χες στον ουρανίσκο δροσιά θα έκανες ρεκόρ στο περπάτημα κι εγώ βουτούσα στο γέλιο μεμιάς κι έφτιαχνα τραγούδι "το ντεκόρ για το ρεκόρ" κι έπειτα καμωνόμουνα την παραπονιάρα κι έβρεχα στα χείλη λόγια χαδιάρικα να κολαστείς: «Μα έλα, κάνε μου την αιώρα να ξαπλώσω επάνω»... Και τάχα μου σκέπαζες το βλέμμα με συστολή κι έσπρωχνες το βήμα να γίνει ταχύ και μες στο λαχάνιασμά σου, γύρευες με μανία βοτάνια τοπικά, τον έρωντα, το φάρμακο αυτό το μέγα -δίκταμο το λένε μερικοί-, που το φώναζες έρωτα και διόρθωνα «με νι, καλέ μου, κάνε το έρωντα, το νι κάνε το ντου»! Κι εσύ, με σκανταλιάρικη μιλιά, «θα κάνω ντου όταν τίποτα δε θα προσμένεις», ω... κούφια φιλοσοφώντας...

Κι έπειτα, μούτρωνα δήθεν κι εσύ αδιάφορα μου μιλούσες για έρωτες σπουδαίους. Μύριζες γύρω την αγριάδα, ζαλάδα κι ουρανός και μου 'λεγες για το Σεφέρη, πόσο του άρεσε με τη γυναίκα του τη Μαρώ, να σκαρφαλώνουν στην κορυφή της Αίγινας και πρόσθετες πως τούτη τη γυναίκα την έκλεψε από κάποιο Κωστή. Θύμωνα -το κανες επίτηδες, ξέρω-, πείσμωνα, φώναζα πως τον άντρα εκείνης, τον έλεγαν Αντρέα Λόντο και όχι Κωστή! Αδιαπέραστος εσύ, συνέχιζες.
«Φαντάζομαι δε θα έχεις διαβάσει για τον έρωτά τους, ε; Δεν ανέβαιναν ποτέ κορυφή-κορυφή. "Να είναι εκεί να μας προστατεύει", έλεγε ο Σεφέρης. Να, όπως ετούτες εδώ, οι απόκρημνες κορυφές του φαραγγιού. Και μία φορά, μου φαίνεται όταν ήταν στο Λονδίνο, της είχε ζωγραφίσει μία καρδιά που έμοιαζε με τατουάζ, σκέψου, το περίγραμμά της ήταν κείμενο! Ναι, ναι και της έγραφε σε μια περίφημη ερωτική επιστολή για τον τρόπο που αγαπούν οι φυλακισμένοι κι οι πελαγίσιοι».

Σ' άκουγα και κατάπινα τους πόθους σαν τα γκρεμνά γύρω μου κι έπειτα, θιγμένο σχολιαρόπαιδο, σου 'κανα ερωτήσεις:
«Ξέρεις πότε τιμήθηκε με το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας; Το 1963! Και μάλιστα, στην ομιλία του, στη Στοκχόλμη, είχε πει... "Ανήκω σε μια χώρα μικρή. Ένα πέτρινο ακρωτήρι στη Μεσόγειο που δεν έχει άλλο αγαθό παρά τον αγώνα του λαού του, τη θάλασσα και το φως του ήλιου." Μάλιστα»!
«Και τι ξέρεις εσύ»; γελούσες! «Μήπως να σου δώσω τα γραφτά μου για διόρθωση»;
«"Θέλω τη γνώμη ενός μυαλού παρθένου", έλεγε ο Σεφέρης στη Μαρώ κι όλο ζητούσε την άποψή της, άρπα την!» σου'βγαζα κοροϊδευτικά τη γλώσα κι ωσάν τον αίγαγρο ανοιγόμουνα στα λιασμένα πετρώματα με τις πτυχώσεις διψώντας για νερά. Κι έτρεχες ξωπίσω μου και μου τριβόσουνα να σου πω μαντινάδα κι έβαζες φωνές οργής σαν κάποιος τουρίστας άναβε τσιγάρο ή πετούσε τα μπουκάλια το νερό, «θα τον στείλω σούμπιτο στο αεροδρόμιο», σπινθηροβολούσες...

Και κολλούσα πάνω σου να σε μερέψω και ρουφούσα το φιλί σου και κολυμπούσες εντός μου κι έπειτα γελούσες βροντερά και φώναζες στα βράχια: «τον έρωντα φέρτε μου, τον έρωντα δείξτε μου, τον έρωντα»... Κι εγώ μούτρωνα ξανά και σε τσιμπούσα να πονέσεις:
«Χωρίς νι καλέ μου, χωρίς νι. Έρωτα, σκέτο».




( Τα γραφόμενα, παραγγελιά της Κερασιάς, που έβαλε απαραίτητη πρώτη ύλη τις τονισμένες λέξεις.
Στη φωτογραφία επιστολή του Σεφέρη προς τον Αλεξανδρινό λόγιο και εστέτ Νάνη Παναγιωτόπουλο, όπου ο Ποιητής γράφει:
"Η κοπελιά η πεντάμορφη,
στα λιόδεντρα μαζεύει ελιές
με το σταχτί μπράτσο του αγέρα
που την τυλίγει από τη μέση" )
 
Σάλπαρε η Καπετάνισσα ώρα 22:12 | Πανάκι ξεδιπλωμένο | 27 ανάσες
Δευτέρα, Μαρτίου 12, 2007
Φωτοχυσία

Τα χείλη σου, σελήνης σπιτικό
Νυχτιές να'χω να γεύομαι
Κρασί της νιότης
Στίλβη, ονείρου σπάθισμα
Φωτοχυμμένο μυστικό
Σε μένα, που'μαι ορφανός από ζωές
Γέννα του αγέρα στην άμμο πάνω
Φλόγα να σπαρταράει, να θωρώ
Έρωτα άγιο καντήλι
Γραφή σε πάπυρο υγρή
Θαλασσοπόρων θρήνοι
Άκου
Κάτι αιώνες πίσω σταμάτησε η ζωή
Κι ο θάνατος μαζί εκεί
Στον πόνο που ξυπνά ο Έρωτας
Στον πόνο που ο Έρωτας κοιμάται.



Παιχνιδιάρικη διάθεση διαχέει τριγύρω ο ανοιξιάτικος αέρας της Μπλογκοχώρας και, αυτή μάλλον ήταν που οδήγησε την αγαπημένη
"Με το Φεγγάρι Αγκαλιά" να με βάλει σε δημιουργικό πειρασμό!
Μου ζητήθηκε λοιπόν να ζωγραφίσω με γράμματα εικόνα, χρησιμοποιώντας τις λέξεις άμμος, μυστικό, καντήλι, πάπυρος, κρασί...
Έλα όμως που ίδια γόνιμη ιδέα γεννήθηκε και στο μυαλό της
Κερασιάς, του Γιώργου και της Serenity! Ο καθένας βέβαια, ήρθε ζητώντας άλλη φορεσιά να σμιλέψω, προσφέροντας για πρώτη ύλη πέντε αλλιώτικες λέξεις. Ωραία, πως να συνταιριάξω τώρα τα απλησίαστα;
Σιγά-σιγά, θα μου πείς... Περίπατος έτσι, για χάζι, μες στην ανθοφορία λόγων, χρωμάτων, συναισθημάτων... Σωστό! Όλα να γίνουν στην πορεία.
Και ουδείς παραπονεμένος αφού, όρεξη να έχουμε, να κάνουμε χατήρια!
Τώρα, για να πάει παρακάτω το γαϊτανάκι, χαρά μεγάλη θα μας δώσουν αν μας κάνουν την τιμή οι:
Kyriaz, Ιούδας, Σωκράτης, Άλλος Ρο και Τίποτα.
Για πινελιές, ας έχουν τις λέξεις:
επιθυμία
συγχορδία
αγκυροβολώ
αστερισμοί
Νότος


( Οι φωτογραφίες είναι του/της "coda67" από το www.flickr.com )
 
Σάλπαρε η Καπετάνισσα ώρα 15:55 | Πανάκι ξεδιπλωμένο | 19 ανάσες
Πέμπτη, Μαρτίου 08, 2007
Ατραποί και αρτηρίες



Δυό δρόμοι χωρίζονται σ' ένα κίτρινο δάσος
Και στενοχωρημένος που δεν μπορούσα να τους πάρω και τους δύο
Και καθώς είμαι ο μόνος ταξιδιώτης
Στάθηκα για πολλή ώρα
Και κοίταξα τον έναν όσο πιο μακριά μπορούσα
Μέχρι εκεί που η καμπή του χανόταν στη χαμηλή βλάστηση
Μετά πήρα τον άλλον, δίκαια και σωστά
Που είχε ίσως περισσότερη ανάγκη
Γιατί ήταν χορτασμένος και χρειαζόταν περπάτημα
Αν και η χρήση τους είχε φθείρει σχεδόν το ίδιο και τους δύο
Και κείτονταν εκείνο το πρωί
Με φύλλα που δεν είχε μαυρίσει κανένα βήμα.
Ω! Φύλαξα τον πρώτο για μια άλλη μέρα!
Κι όμως, ξέροντας πως ένας δρόμος φέρνει άλλον δρόμο
Αμφέβαλλα αν θα γύριζα ποτέ.
Θα έπρεπε να το λέω αυτό αναστενάζοντας
Κάποτε, χρόνια και χρόνια αργότερα:
Δυό δρόμοι χωρίζονταν σ' ένα δάσος κι εγώ-
Εγώ πήρα τον λιγότερο ταξιδεμένο
Κι αυτό έκανε όλη τη διαφορά
.


Robert Frost, The Road Not Taken


Μία από τις θεμελιώδεις διεργασίες στην ανθρώπινη ανάπτυξη είναι το σφάλισμα της πόρτας... στον προοδευτικό περιορισμό των πιθανών πεπρωμένων.


Joseph Needham, Order and Life


Και η αρχή, όπως ξέρετε, είναι πάντα το πιό σημαντικό μέρος, ειδικά όταν πρόκειται για οτιδήποτε νέο και τρυφερό. Αυτή είναι η εποχή που ένας χαρακτήρας διαμορφώνεται και εύκολα μπορούμε να χαράξουμε πάνω του εκείνα που θέλουμε.

Πλάτωνας



Δρόμοι αδιάβατοι, πολυπερπατημένοι, δύσβατοι, ανηφορικοί, ολισθηροί, πλατείς, κοπιαστικοί, ευθείες, στενά περάσματα, καμπύλες, τεθλασμένες, γραμμές και στρογγυλέματα. Ορθάνοιχτοι, στενοκοπιές, πλακόστρωτα, πολυσύχναστοι, ερημιές, χορταριασμένοι, βραχώδεις. Λεωφόροι, μονοπάτια, καλντερίμια, άσφαλτος και χαλίκι, χώμα, βλάστηση αγριεμένη και ξερολιθιές.

Και η ζωή χαράσσεται, φλέβα ανοιχτή, αρτηρία σε ροή,
πάνω στη στοιβάδα του εδάφους.
Πάντα, στην αρχή της.





(Οι δύο πρώτες φωτογραφίες είναι από το www.pbase.com,
των "Yves P" και "sheldon869"
και η τρίτη του Vad Plashevsky )

 
Σάλπαρε η Καπετάνισσα ώρα 09:32 | Πανάκι ξεδιπλωμένο | 26 ανάσες
Τρίτη, Μαρτίου 06, 2007
Μόνο να 'ναι πολύ, ακούς; Πολύ!
Τα κοριτσίστικα ματωμένα γόνατα
Κόκκινα λουστρίνια
Τα δαγκωμένα χείλη
Το κεράσι στα φορέματα ποπλίνα
Γύρω οι περικοκλάδες
Γιασεμιά, φεγγάρια
Τ' αγόρια, τ' αγγίγματα
Τα παντελόνια τους
Ο Μίλτος
Η μορφή της
Θεά επί της γης
Γυναίκα
Η μόνη Γυναίκα
Πόσα κλάμματα για τον Έρωτα
Και το Θανατικό λυγμός
Κι η γάτα στην οθόνη σουλάτσο
Πανί λευκό ο Έρωτας, ή μαύρο;
Γέλιο πνιχτό
Ξόρκι στη λαχτάρα
Η Στέλλα
Η Στέλλα μου
Αγέρωχη, Αντάρτισσα
Ν' αγαπήσω έτσι;
Ν' αγαπήσω έτσι.
Αγάπησα έτσι.
Κι έτσι πέθανα.


Σαν σήμερα.
Αντάρα και φευγιό.
Σαν πάντα.
Στη μνήμη.



Μελίνα Μερκούρη - Love, Love, Love


 
Σάλπαρε η Καπετάνισσα ώρα 16:36 | Πανάκι ξεδιπλωμένο | 21 ανάσες
Κυριακή, Μαρτίου 04, 2007
Δαντέλες ζωές

Με την πρώτη ματιά, αζύγιστη ακόμα, την υπολόγισα γύρω στα πενήντα.
Μπα, λίγο παραπάνω, βάρυνε η δεύτερη ανάγνωση.
Φωνή βραχνή, έγδερνε θαρρείς το λαρύγγι για ν΄αναδυθεί, σα να 'θελε να βεβαιωθεί πως είναι μάχιμη, πως σκαρφαλώνει μ' αξιοσύνη.
Γυναίκα χυμώδης. Ζουμερή πιότερο στην κίνηση, παρά στην εμφάνιση. Αρχοντική στους χορούς, σκέφτηκα. Σ' ό,τι έρχεται από Ανατολή.

Αιφνιδιάστηκα όταν έβγαλε μισοτελειωμένη δαντέλα λευκή από την τσάντα. Κι άρχισε να πλέκει αναπάντεχα γρήγορα, πες αγριεμένα. Τρανταζόταν τα δάχτυλα πάνω στο βελονάκι, σφίγγανε με πείσμα τα χείλη, παλλότανε η καρδιά, σχεδόν την άκουγες! Επιδέξια λαξέματα στο νήμα, χωρίς υπομονή, αλλά με τον όγκο της γνώσης να διαφαίνεται σε κάθε τράνταγμα του καρπού.

Μιλούσε με την ίδια ταχύτητα. Αλύπητοι ρυθμοί, να τρυπάνε ανελέητα τη σιωπή, να σφυρίζουν ανάμεσα σε κάθε κενό, εκείνο το μικρό, το απειροελάχιστο, που στριμώχνει μια ανάσα. Διήγηση ζωής, αρχικά προβλέψιμα μονότονης, γάμος στα δεκαεφτά, "την έκλεψε" ο κύρης, πατέρας δεσποτικός, μάνα υποτακτική, εκείνη παιδί του φόβου. Κι άλλαξε πουκάμισο ο αφέντης κι έγινε σύζυγος, έφερε το πρώτο το φιλί, το ματωμένο, τις γέννες τις τρείς στην πορεία, κανά χάδι που και που, να ραγίζει μια ιδέα η μοναξιά, η πανταχού παρούσα. Κι εκείνη, αντάρτισσα ψυχή μες σ' ερωτοπλάνταχτα στήθια, άρχισε να μετρά εραστές.

Διαδρομή μακρά. Μνημονικό απίστευτο. Την άκουγα να αραδιάζει αριθμούς, να χτίζει λεπτομέρειες, μ' ακρίβεια ωρολογοποιού.
Έρωτες τόσοι! Χρόνων, ωρών, στιγμών. Φάρμακα και φαρμάκια.
Και ξάφνου, το σπαθί καταπάνω στον κόμπο. Αλλού τα θέατρα. Τέρμα η συμβατική ζωή. Νέα ξεκινήματα, νέες ισορροπίες. Κι η αγάπη μες σε δεκάδες πρόσωπα. Ξανά. Κυνήγι απεγνωσμένο, σούρσιμο ελεινό, μα και εξύψωση στ' άπιαστα, τ' απέραντα.

Κάτω το πλεκτό. Έξω απ' το βελονάκι η θηλειά το νήμα.
Ματιά κόντρα στο φως.
"Έζησα πολλά. Μετάνοιες δεν κάνω, με βλέπεις. Σάμπως, ακόμα δε ζω; Τον χόρτασα τον έρωτα. Χόρτασα! Ε, αν πεις τώρα ότι γίνεται να σου παραπέσουνε δυό χάδια περίσσια! Αγάπησα τον άντρα. Τη γυναίκα, δεν ξέρω, τον εαυτό μου δεν έχω να πω, μα τον άντρα τον λάτρεψα. Και να σου πω; Μετά από τόσα χρόνια και τόσα παιδέματα, θα πω πως τον μεγαλύτερο πόνο απ' τον έρωτα τον πήρα.
Όχι από το γάμο μου. Ούτε από άντρα που έζησα μαζί του για καιρό, για χρόνια. Τη λαβωματιά την άγρια την ένιωσα από άντρα που, μίλησα δε μίλησα μαζί του ένα τέταρτο. Κι ούτε φιλί της προκοπής δεν πήρα. Ούτε ματιά να με θερμάνει. Να, αυτό".


Αρπάχτηκα απ' το χρόνο κι άρχισα -επίμονα, όπως εκέινη-, να μιλώ για το γιατρικό που 'ρχεται με τον καιρό.
Για τα πολλά που ξεθυμαίνουνε, για τις φωτιές που κοπάζουν.
Τους αέρηδες, που λουφάζουν στη γωνιά.

Σηκώθηκε, τύλιξε στο βελονάκι τη δαντέλα, τη φύλαξε και έκανε να φύγει. Στην πόρτα, γύρισε. Καρφί η ματιά κι ο λόγος:

"Λένε στη φεύγα του ο καιρός
είναι γιατρός του πόνου.
Μα γω πονώ, για δεν κλουθά
η σκέψη μου του χρόνου".


Μαρμάρωσα.
Βροχή πάνω μου η εικόνα σου. Ο μη λόγος σου. Η απουσία της ματιάς σου. Νερό μανιασμένο στο πέτρωμα.


Γι αυτό λατρεύω την Κρήτη. Και γι αυτό. Γιατί την έχω στα σωθικά μου να κάνει κουμάντο σε μιλημένα κι αμίλητα.
Γιατί σκάβει μέσα μου. Εκεί, στη γη της.

 
Σάλπαρε η Καπετάνισσα ώρα 21:22 | Πανάκι ξεδιπλωμένο | 20 ανάσες
Πέμπτη, Μαρτίου 01, 2007
Χώρια και μαζί, μακριά και δίπλα

Πιτσιρικάδες τρίβονται στις μοκέτες και παίζουν το "τηλέφωνο".
Αρσενικός και θηλυκή.
"Ελένη!" φωνάζει ο μπόμπιρας κρατώντας με ύφος πολυάσχολου επιχειρηματία το ακουστικό.
"Δεν είμαι εδώ", αποκρίνεται κοφτά το κορίτσι χωρίς καν ν' ακουμπήσει το -δικό της- τηλέφωνο.
"Μα πως... Δηλαδή, πότε θα γυρίσεις;" απορεί το έτερο μουτράκι.
"Μα δεν είμαι εδώ, είπαμε! Πως θα σου απαντήσω; Δεν είμαι ήδη εδώ!" πεισμώνει η νεαρά.
"Ναι, μα πότε θα γυρίσεις;" το απέναντι πείσμα γένους αρσενικού.
"Καλά, δεν καταλαβαίνεις ότι λείπω; Αφού έχω ήδη φύγει, έφυγα πριν, δεν μπορώ να σου μιλήσω! Εσύ νομίζεις ότι είμαι εδώ, δεν ακούς!"

Παρακολουθώ, βουτώ κλεφτά στην αυθεντικότητα της παιδικότητάς τους, χώνω τη γλώσσα στο μέλι της αφέλειας, πισωπατώ και πνίγομαι σε γέλιο δυνατό. Και μετά συλλογιέμαι. Αλήθειες, που να πάρει η ευχή. Μαυριδερές, συνάμα και διάφανες, κραυγαλέες, μαζί και έρπουσες στην σκουριά των μυαλών και την κατήφεια των καιρών.
Άνθρωποι που βρίσκονται εδώ, εκεί, όπου, αλλά στην ουσία τους δεν είναι, άνθρωποι που νιώθουν απουσίες μα καμώνονται πως δεν, ζευγάρια που μπλέκουνε ζωές κι ονείρατα και κρίματα και κάποια στιγμή ο ένας φτερουγάει γι αλλού κι ο άλλος στην τυφλόμυγα χαμένος... Μαζί και χώρια, ένα και το αυτό. Άλλοτε πάλι να στέκονται ακροβατώντας στο μεταίχμιο, βλέποντας να τους βγάζουν νύχια λογής λογής ανασφάλειες και βολέματα...

Ποιός δεν το 'δε! Δυό άνθρωποι είναι "διαζευγμένοι" μέσα στο γάμο. Στήνοντας οχυρά καμωμένα με υλικά γνωστά: ψευτοσυμμαχίες, πισώπλατα μαχαιρώματα, κουβέντες βαριές, αγορασμένες παραχωρήσεις.
Κι είναι δυό άνθρωποι που μοιράζονται στέγη και κλίνη, συναισθήματα και πορεία ζωής ενώ, οι ψυχές τους, τα θέλω τους, μπορεί να μην ανταμώσανε ποτέ.
Μωρέ! Επειδή βαδίζουμε στα ίδια δωμάτια, πάει να πεί πως περπατάμε χέρι-χέρι στη ζωή;
Κι αν ρωτήσεις τα δυό "μισά", θα ισχυριστεί με θέρμη ο καθένας -και με πίκρα προφανώς-, ότι δίνει "τα πάντα", ενώ κατά την αντίληψη του συντρόφου του, δεν έχει δώσει ούτε τα θεμελιώδη.
Κι άντε να αξιολογήσεις το αλισβερίσι! Με τι μέτρα και σταθμά;
Και μια ωραία πρωία, που ο ένας παύει να "είναι εδώ", όντως όμως, όχι σαν τα νάζια της μικρής στο παιχνίδι με το τηλέφωνο, ο άλλος, χώνοντας σκόνη μες στα ίδια του τα μάτια, τάχα μου απορεί. Και βαφτίζει τα θρύψαλα του εγωισμού του, έγνοια. Αγάπη ακόμα! Συντροφικότητα!
Σάρκα μία -είπανε κάποτε-, σαρκώματα πολλά, εδώ, τώρα.

Αχ, ο κόπος της αγάπης... Ματωμένα γόνατα, παλάμες μες στο χώμα, να μπουσουλάς κι όρθιος ποτέ να μη στέκεις.

Άλλοτε πάλι, δυό άνθρωποι μένουν "παντρεμένοι", επιμένουν δηλαδή, κόντρα στην δική τους απόφαση πεισμώνουν, ενώ έχουν πάρει διαζύγιο.
Αλυσοδεμένοι πες, εθελουσίως, είτε τρώγοντας ο ένας τις σάρκες του άλλου -μέσα σ' έναν αέναο κύκλο έμμεσης ή άμεσης δηλητηριώδους επιθετικότητας-, είτε διατηρώντας μια συναισθηματική εμπλοκή που γραπώνει τη ζωή τους και δεν την αφήνει να λευτερωθεί και να πάει παρακάτω.

Κι είναι τούτο βαρύ φορτίο για τους αδύναμους ώμους των παιδιών, τα οποία -ούτε λόγος- οφείλουμε να προστατεύουμε από κάθε απρονοησία των γεννητόρων τους. Είναι που το ζεύγος, δεν μπορεί να πάει ούτε πίσω ούτε μπρός. Χωρίς ουσιαστικό δεσμό, διατηρεί μονάχα τα δεσμά. Όχι τυπικά αυτή τη φορά, αλλά επί του πρακτέου.
Πες ο φόβος για το άγνωστο, μπορεί η δύναμη-μαγνήτης της συνήθειας, βαθιά μέσα κι η ελπίδα-αυταπάτη ότι όλα θα πάρουν άλλο δρόμο, αυτή τη φορά συντροφικό.

Κουβάρια, ε; Νήματα ανάκατα, μπουρδουκλωμένα οι ανθρώπινες ζωές. Κλωστές να ράβεις τ' αύριο κι αυτό να (σε) ξηλώνει. Κρίσεις, θα πουν οι σπουδαγμένοι. Σαπίλα, οι αγριεμένες λαλιές. Σήψη, ως την αποσύνθεση. Θανατικό που ζεί. Σημεία των καιρών. Των ανθρώπων δηλαδή, που είναι και υπεύθυνοι για τους καιρούς. Δυναμίτες, που ξεριζώνουν χτίσματα. Μα κρύβουνε διαμάντια συχνά. Στιγμές τεντωμένες που τις ζούμε, τις αντιμετωπίζουμε, πονάμε, μα τις μετουσιώνουμε σε εξέλιξη, σε ενδυνάμωση της σχέσης και σε βαθύτερη κατανόηση του εαυτού μας και του άλλου. Διαφορετικά, γίνονται πληγή. Που σκάβει ύπουλα και διαβρώνει...

Η αλλαγή πονάει, ε; Αλλά φέρνει και γνώση. Που πρέπει να φανεί.
Έπειτα, χωνεμένο το'χουμε πως στη κόψη του ξυραφιού μετριέται ο καθείς. Στα δύσκολα. Στις αποφάσεις.
Με αναβολές, ξεγλυστρίματα και γενικόλογες τοποθετήσεις, τα κουβάρια γίνονται θηλιά. Οι δεσμοί, δεσμά.

Και δε μου λέτε... Αυτό που λογαριάζει η ψυχή του καθενός για χαρά, για ζέστα ως τον πάτο της ζωής, για άνοιγμα σε φως αυγής και συναστρία μαγική, δεν αξίζει τ' ολοκληρωτικό μας δόσιμο;
Ξέρω πως μυρίζετε τα νυχτολούλουδα το βράδυ -τ' αγκαλιάζει αλήθεια η αττική γη;-, πάει να πεί λαχταράτε τη ζωή, τη ζωή σας, το νιώθω. Κι ο Μάρτης σας λιγώνει έτσι που -μες στα πρωτόγεννά του-, σκορπάει τριγύρω τους ανθούς μιας άλλης εποχής, πυρακτωμένης. Χρυσαφιάς σε ήλιου και καρδιάς ξοδέματα!

Ίδια η ψυχή του ανθρώπου. Μιά. Κοινή. Λαχτάρες, απ' τις ίδιες. Κι η αγωνία γι αγάπη, κατάρα κι ευλογία μαζί.
Μα έλα που τα συμβόλαια για το αύριο, είναι ξεχασμένα στην τσέπη του Θεούλη! Και το σήμερα, είναι ήδη χθες. Πάψε λοιπόν να με κοιτάς. Προχώρα.
Η άνοιξη φωνάζει. Κι απ' τη μέσα σάρκα, απ' τους δικούς σου πόρους, άκου: αποκρίνεται η ζωή.




( Οι φωτογραφίες είναι του Dave Nitsche )
 
Σάλπαρε η Καπετάνισσα ώρα 21:36 | Πανάκι ξεδιπλωμένο | 24 ανάσες


Layout design by Pannasmontata


©
Creative Commons License
Page copy protected against web site content infringement by Copyscape