Αναχώρηση. Πες τηνε φυγή, ανάγκη που καιρό σπαρταράει, στέγνωμα στο λαιμό που βρήκε ρυάκι μπροστά, βάφτισέ την -κυριολεκτικά- απογείωση, ονόμασέ τη γιορτή. Μέσα είσαι.
Ταξίδι λοιπόν. Και ταξίδεμα. Δίχως σφύριγμα βαποριού, χωρίς "φουστάνι στη στεριά, ούτε μαντήλι", μα με φτερά από σίδερο. Και όνειρο ίδιο αερικό, που κολλάει πάνω στους ανέμους και στ' άστρα και τραγουδάει σ' ωκεανούς κι ερήμους.
Έχουμε και λέμε: Ηράκλειο -Νέα Υόρκη- Μαΐάμι- Μπαχάμες- Κούβα!
Ξέρω, αναπάντεχο το ανακοινωθέν, μα σάμπως τα ξαφνικά δεν ορίζουν τη χαρά μας;
Κυρίως Κούβα. Μυαλοπλάνα. Μάγισσα. Λαχτάρα μεγάλη. Για κείνη την ατμόσφαιρα τη φασαριόζικη, τη γλεντζέδικη, που'χει μυρωδιά ζωής μεθυστικής. Αχόρταγης. Ανεξάντλητης και πληθωρικής. Γενναιόδωρης.
Ζωής δηλαδή, πραγματικής.
Γέλια χρωματισμένα με ρούμι και με λικνίσματα κεφάτης μουσικής, πούρα να καμαρώνεις το αλλιώτικο, χώματα που πατούν άνθρωποι ανοιχτόκαρδοι με ιστορία ξεχωριστή, επαναστατικότητα ξεθωριασμένη, θάλασσες που μυρίζουν αλλιώς, μύθοι που ακόμα αναπνέουν, συνθήματα -φωνές στους τοίχους, ο ήρωας Τσε και ο Φιντέλ, εικόνες καιρών υγρών σαν την ατμόσφαιρα, σάλσα και σάμπα και μοχίτο και Landa ιδρωμένο που αγκομαχά, ζωγραφισμένα μπαλκόνια και ήλιος στα πρόσωπα, νύχτες να ζήσεις να θυμάσαι...
Όλα εδώ. Όλα κοντά. Τόσο, που απλώνεις χέρι. Δίπλα. Κι ένα παιδί που περιμένει να παίξει και να τρέξει και να χαχανίσει με τις ώρες. Γιατί η τελευταία χρονιά ήτανε μητριά κακιά. Και το μάγουλο ακόμα τσούζει απ' τα χαστούκια.
Βλέπεις, είπα πως τα σκαρφαλώματα στις αγριεμένες πλαγιές σταματήσανε κι ήρθανε τα πράγματα να με τιμωρήσουν για την έπαρση. "Σιγά! Θαρρείς πως οι πίκρες στερέψανε; Ό,τι ήπιες, ήπιες; Μωρέ βαρέλια σου'χω φυλαμένα"!
Καλώς. Πότης απ' την ανάποδη. Ας πάνε στους ανέμους. Και στα εφτά νερά.
Μπροστά τώρα. Στην Αβάνα και στη Σάντα Κλάρα, στο Τρινιδάδ και στο Βαραδέρο. Στην άλλη πλευρά της γης.
Νιώθω τόσο αλλιώτικα όταν βρίσκομαι σε τόπο μακρινό... Θυμάμαι πριν εφτά-οκτώ χρόνια στην Αυστραλία, πως έτρεμε η ψυχή μου στη σκέψη της Ελλάδας, πως πάγωνα στην πραγματικότητα της ξενιτιάς. Και στην Ασία, συναίσθημα όμοιο. Αμερική, επίσης. Αυτός ο ουρανός της Florida, ποτέ ξάστερος. Ποτέ.
Θα'μαστε μακριά λοιπόν το Πάσχα.
Παρά την ψύχρα που μας τριγυρίζει τις τελευταίες μέρες, νομίζω πως κάπου πίσω απ' τις κουίντες ετοιμάζεται η ελληνική Άνοιξη, η κολυμπήθρα της χαρμολύπης που μας αναβαφτίζει κάθε χρόνο.
Ξέρω, θα συμβούν τα ιερά κι αλλόκοτα του τόπου μου κι εγώ θα τα χάσω. Θα συλλογιέμαι τις εκκλησιές τη Μεγαλοβδομάδα, που γιορτάζουν το θράσος των ελλήνων: Χμ! Ποιός λαός τολμά να πει στο Θεό του "πού έδυ σου το κάλλος"; Ποιός αποτολμά να πάει άπαξ του έτους στην ίδια του την κηδεία;
Σκέφτομαι λοιπόν, τώρα που δαγκώνουν τη ψυχή μου συγκινήματα, πόσο ζαβολιάρες είναι οι αποστάσεις. Ο τρόπος που τις αισθανόμαστε δηλαδή. Ας πούμε, να σε χωρίζει Ατλαντικός απ' τον άλλον και να'ναι σα να ακούς την ανάσα του εντός σου κι από την άλλη να τον έχεις δίπλα και να τον νιώθεις Ανταρκτική και βάλε. Γνωστό.
Έχει και γενέθλια μέρα ο Μάρτης. Η εικοστή ενάτη. Κι εγώ θα πατώ έδαφος αμερικάνικου νότου. Μέρα βαριά. Από πάντα θαρρώ. Δηλαδή... είχε μια ουλή βαθιά, να μπαίνει να κάνει τσουλήθρα ο χρόνος, να την πιέζει, ν'ανοίγει κι άλλο. Θα 'χω αγαπημένα βλέμματα κοντά, κι αυτό είναι μεγάλο. Σπουδαίοι και οι φίλοι οι καλοί που ίδια μέρα σβήνουνε κεράκια. Λίγο το΄χεις;
Λέω λοιπόν καθώς έρχονται και χάνονται μέρες γενεθλίων (χρόνια πες τα, μη φοβάσαι), πως μεγαλώνω -εύχομαι σε καρδιά- κι ίσως να γλυκο-ωριμάζω.
Κι έτσι, εκτιμώ όλο και πιο βαθειά, πιο ουσιαστικά,
τη λυτρωτική δύναμη του χιούμορ,
δίνω χώρο στην έφηβη μέσα μου ν' ανασαίνει,
καταλαβαίνω περισσότερο τ' ανθρώπινα λάθη,
ακούω πιότερο παρά μιλώ,
ξέρω πως μπορώ να περιμένω τα πάντα από τους πάντες
και συνάμα να μη ζητάω τίποτα,
κατανοώ καλύτερα τους άντρες (αυτό για... ξαναπές το),
εμπιστεύομαι τη ζωή και τις μαγικές διαστάσεις της,
τη δυναμική των πραγμάτων κατά πως λεν,
αντιλαμβάνομαι ότι κανείς δεν μου χρωστάει τίποτα,
ούτε καν έναν λόγο γλυκό,
παλεύω να συνταιριάξω αυτό που σκέφτομαι, που νιώθω,
που λέω και που κάνω (μέγα άλμα),
μ' ενδιαφέρει μόνο η άποψη όσων εκτιμώ,
εξελίσσομαι για να επιβεβαιώνω την άγνοιά μου,
σταματώ τις υπεραναλύσεις και αφήνομαι στη στιγμή, στη χαρά, στη ζωή,
συνειδητοποιώ πως ποτέ δεν θα μπορέσω να κατανοήσω
εις βάθος την ανθρώπινη συμπεριφορά,
γίνομαι αντάρτισσα της πράξης,
καμαρώνω για τις επιλογές μου και το κόστος τους,
αφουγκράζομαι πιό καθαρά τις παιδικές φωνές,
ντύνομαι πρωταγωνίστρια της ζωής και όχι παρατηρητής της,
αυξάνουν τα "θέλω" μου,
λέω πως ίσως και να γίνομαι καλύτερος άνθρωπος,
αποχωρίζομαι την έπαρση της άγουρης νιότης,
μου φτάνει ένα άγγιγμα και μια ματιά για ν' απογειωθώ,
γυρίζω τον κόσμο με την ελπίδα ότι ίσως να γνωρίσω και τον εντός μου,
βλέπω την αρχή, εκεί που γράφει τέλος.
Θα σας αφήσω κόκκινα φιλιά, που 'ναι και πασχαλιάτικα. Και λάμπουνε θαρρώ, σαν την αναστάσιμη φλόγα. Απούσα η αφεντιά μου για το ζεστό φιλί της αγάπης, όμως ο Απρίλης που θα διαφεντέψει σε πέντε μέρες την πλάση, θα σας φέρει μια μυρωδιά ζεστή, γεμάτη γέλιο από μακριά. Έτσι, ναι. Σαν χαδιάρικο, περιπλανώμενο αεράκι που τριγυρίζει καπνούς, αντηλιές, πεθυμιές και θύμησες.
Ανθισμένη Πασχαλιά! Και φλογερή! Η μέρα της επιστροφής, έκπληξη.
Μπορεί και... να μη ξέρω!
Την αγάπη και τον νου σας.
(Η πρώτη φωτογραφία είναι του Mr.Mark από το www.flickr.com
και η δεύτερη, καλού φίλου)
Και... για Πρόβα Τζενεράλε...
Καλά να περάσεις και να γυρίσεις γεμάτη από εικόνες και λέξεις. :-)