Πέμπτη, Σεπτεμβρίου 13, 2007
Ποιός τη ζωή μου, ποιός την κυνηγά;

Τις τελευταίες νύχτες έχω εφιάλτες. Κάθιδρη ξυπνώ μες στα σκοτάδια, σκιές αναδεύουν τα σεντόνια μου και σιχαμερά δαιμόνια αργοσαλεύουν με τις κροταλίζουσες ουρές τους. Έρχονται που λες, την ώρα που αγκάλες με κρατούν –για κείνες του Μορφέα λέω-, έρχονται και με ζώνουνε μορφές οικείες, δε μπορώ να πω, μα… πως μοιάζουνε μ’ αρπαχτικά, πως μοιάζουν! Κι όταν ο δικός σου άνθρωπος γίνεται απειλή, είναι βαρύς ο πόνος.

Αγριεμένοι εφιάλτες με εικόνες αποκρουστικές:
Δωμάτιο τεράστιο, γυμνό. Μαύρο, λεηλατημένο. Στη γωνία εγώ, τιμωρία θα ’λεγες με βάλανε, τραύμα παιδικό που αιμορραγεί, κι ένα σωρό μορφές, που στην αρχή μοιάζουν φωτεινές μα γρήγορα σκοτεινιάζουν, να με κυκλώνουν κι άναρθρα, ασύντακτα να φωνασκούν.
Εύκολα τους διακρίνω. Γνώριμοι παλιοί. Ο Κωστάκης, ο Γιωργάκης, μ΄ ένα σωρό κόλακες κι αυλικούς τριγύρω, μου κάνουν σκέρτσα πονηρά, πεταχτά φιλιά μου τάζουν, που επιμελώς κρύβουνε δόντια καλά λιμαρισμένα.
Ξωπίσω τους οι υπόλοιποι δευτεραγωνιστές ν’ απλώνουν χέρι να με μαγνητίσουν, να με τραβήξουν, να μου κάνουν μάγια πες.

Οι μπροστάρηδες, εκείνοι «της πρώτης γραμμής» λοιπόν, έχουν βλέμμα αγγελικό• στάζει έγνοια και γλυκάδα. Μα παρακάτω, αν δεις τα νύχια τους, είναι μαυριδερά, γαμψά, ακονισμένα. Με πλησιάζουνε με θόρυβο πολύ, μα μένα με πονούν αφόρητα τ’ αυτιά μου! Ρίχνουν και φώτα για να δω, μα ξέρεις, το περίσσιο φως τυφλώνει.
Κι οι δυο τους, με μόνιμα κρεμασμένο το παιδιάστικο μειδίαμα, έχουν ασύμμετρη κορμοστασιά, σχεδόν δανεισμένα μέλη. Κωστάκης και Γιωργάκης, μ’ ένα χέρι κοντό κι ένα μακρύ. Έρχονται προς εμένα με βήμα συγχρονισμένο και χώνουν το μακρύ χέρι στις τσέπες, στη καρδιά και στο κεφάλι μου. Αρπάζουν πράγματα, εικόνες, βιώματα, σκέψεις, ελπίδες, κέρματα που κουδουνίζουν… Γοργά-γοργά, με το κοντό το χέρι χώνουν μερικά στο κόρφο τους κι άλλα δίνουν σ’ όσους βρίσκονται τριγύρω τους. Τους αυλικούς, τους παρατρεχάμενους.
Στο κεφάλι μου βέβαια, προσπαθούν να στριμώξουν ό,τι σκουπιδαριό έχουν –ήδη- με περισσή επιμέλεια μαζέψει.

Το χειρότερο το κάνουν σε κάτι πολύχρωμες, αιθέριες φιγούρες που ξεπηδούν απ’ το κεφάλι μου• τα όνειρά μου είναι, το καταλαβαίνω αμέσως. Απλώνουν τις μακριές χερούκλες τους, τα σφίγγουν με μανία κι έπειτα τα βάζουνε στο κέντρο του δωματίου, κάθονται σε κύκλο γύρω τους, όλοι, μα όλοι, και τα βγάζουνε σε πλειστηριασμό. Τα διαπραγματεύονται με λύσσα, ώσπου εκείνα, απ’ τον συνεχόμενο στραγγαλισμό, ξεψυχούν.

Τότε, μου φέρνουνε μπαγιάτικη σούπα να με παρηγορήσουν, με ταγκίλα βαριά, κι εγώ, με το άδειο μου στομάχι και το στραγγισμένο μου μυαλό, τους ακούω να μηρυκάζουν λόγια και λόγια και λόγια…

Να ‘μαι… Όλο να χώνομαι στη γωνιά μου, μαργωμένο θεριό η ψυχή μου, να μαζεύεται…

Έπειτα έρχονται ξανά κοντά μου και σκορπούν γύρω μου σωματίδια αιθάλης από λιβάνια και μαντζούνια διάφορα. Αρχίζουν και τρέχουν μανιασμένα, καλπάζουν σχεδόν, παίζοντας κρυφτό. Καμώματα και τούτα! Τρέχουν και κρύβονται ο ένας πίσω απ’ τον άλλον κι όλοι μαζί πίσω από το δάχτυλό τους. «Βρες μας, βρες μας!», μου φωνάζουν.
Μετά πιάνουν τη κολοκυθιά, για ώρα πολλή και με βάζουν με το ζόρι να τους ακούω και να κουνώ κεφάλι συγκαταβατικά. «Όχι εγώ εσύ, όχι εσύ, εγώ».

Το τρίτο παιχνίδι-βασανιστήριο που αναγκάζομαι να υποστώ είναι λέξεις δίχως γράμματα, χωρίς περιεχόμενο, πιο σωστά. Ανοίγουνε τις τεράστιες μπούκες τους, καταπίνουν μπόλικο αέρα και αργά-αργά τον εκπνέουν σε λέξεις. Αλαμπουρνέζικα τα λέγαμε μικροί. Ταιριάζει.

Μετά απ’ όλα τούτα, με ζορισμένες, πεισμωμένες παλάμες, μου βάζουν στη χούφτα μοιρογνωμόνια κι αλφάδια να κάτσω να μετρήσω και να δω ποιος είναι ο λιγότερο χειρότερος απ’ όλους. Έτσι, στρώνονται στις εξισώσεις και στις τετραγωνικές ρίζες και μου τρώνε τ’ αυτιά, «αν δείξεις αυτόν θα πάθει αυτό ο άλλος, ενώ στον επόμενο θα συμβεί αυτό κι ίσως τότε ο προηγούμενος τα κάνει πλακάκια με τον τελευταίο κι έχεις ευθύνη και μπλα, μπλα, μπλα»…
Έχουνε και ζυγαριά μεγάλη, με βαρίδια, όπως τις παλιές που ’χε ο παππούς μου σ΄ εκείνο το μαγαζάκι «εδώδιμα αποικιακά» το έλεγε, και με βάζουνε να τους σηκώσω –κορίτσι λιγνό εγώ- να τους βάλω πάνω να δω λέει ποιος είναι ο λίγος και ποιος ο πολύς.

Κι είναι τότε, η μόνη στιγμή που ο εφιάλτης παγώνει και γλυκαίνεται η νυχτιά γιατί έρχεται θολή η θωριά του παππού να μου πει «ό,τι νιώθεις εγγόνα μου, μόνο αυτό που λέει μέσα η καρδιά, η συνείδηση, μόνο αυτή ξέρει, όχι οι αριθμοί!»
Κι είμαι έτοιμη να βάλω τα κλάματα κι εκείνη ακριβώς τη στιγμή σκοτεινιάζει τ’ όνειρο κι η κουστωδία, αυτή η χορωδία η παράφωνη, η αιμοπότρα, αρχίζει και γελάει δυνατά, αγριεμένα.

Κι είναι μέσα στο γέλιο αυτό που κοχλάζει, ίδια όπλων κλαγγή, τότε είναι που ξυπνώ. Μες στα χειροκροτήματα της ακολουθίας τους, που ψέλνει την επωδό. Χατζηνικολειάδα ή Τρέμεια την είπανε, κι εγώ θα σας γελάσω…

Και μασάω τη ζέστα του τραγουδιού να φύγει ο πανικός
«ποιος τη ζωή μου, ποιος την κυνηγά», λέω και ξαναλέω. "Ποιός την κυβερνά", επαναλαμβάνω.
Και την ίδια στιγμή τρέχω με παλμούς π’ αγωνιούν κι ανοίγω τον Ιγνιάτσιο Σιλόνε, τον συγγραφέα, τον στρατευμένο στην πολιτική και διαβάζω:

«H κυβέρνηση έχει ένα χέρι μακρύ κι ένα κοντό. Με το μακρύ παίρνει τα πάντα και φτάνει παντού. Με το κοντό, δίνει, αλλά μόνο σ' εκείνους που βρίσκονται κοντά της»

Κι αλλού:
«Έπειτα από τόσες θλίψεις και τόσα πένθη, τόσα δάκρυα και τόσες πληγές, τόσες αδικίες και τόση απελπισία, τι να κάνουμε, τι να κάνουμε;»

Σταματώ και κοιτάζω γύρω. Μες στη νύχτα, ναι. Στρέφομαι στα φώτα τ΄ ανύπαρκτα, που έτσι, αφού δεν υπάρχουν δηλαδή, δεν δίνουν υπόσταση και μέγεθος στους κούφιους με τη στέρφα καρδιά. Στις μιλιές τις βουβαμένες, που έτσι, αφού δεν ακούγονται, δε μεγεθύνουν αυτό το τίποτα το κυρίαρχο, που μες στη στειρότητά του, γεννά πολλά μικρά «τίποτα», παντού.

Κι εκεί στη σιωπή την άγια, έρχεται στο νου, κουβέντα κρητική, λεβέντικη. Σα να ΄ναι ο παππούς, ξανά.
«Ξα σου». Πάει να πει, εξουσία σου. Εξουσία μου. Κάνε ό,τι θες.

Παίρνω ανάσα βαθιά και δίπλα στην αγρύπνια μου λογαριάζω με ματιά σα σαϊτιά αυτό που λέμε αυτεξούσιο τ’ ανθρώπου.
Μπροστά στο φόβο να ξαναδώ τ’ όνειρο ή να νανουρίσω τη κουτσουρεμένη σκέψη μου, περιμένω το ξημέρωμα. Θα ’ρθει, δε θα ’ρθει;


(Η ζωγραφιά είναι από το deviantart.com)
 
Σάλπαρε η Καπετάνισσα ώρα 00:40 | Πανάκι ξεδιπλωμένο |


24 Ανάσες:


  • Χρόνος: Πέμπτη, Σεπτεμβρίου 13, 2007 8:58:00 π.μ., Blogger monahikoslikos

    «ό,τι νιώθεις εγγόνα μου, μόνο αυτό που λέει μέσα η καρδιά, η συνείδηση, μόνο αυτή ξέρει, όχι οι αριθμοί!»
    Σοφός ο παππούς σου.
    Ακουλούθησε λοιπόν την καρδιά σου που μην ξεχνάς χτυπάει αριστερά στο στήθος σου.

     
  • Χρόνος: Πέμπτη, Σεπτεμβρίου 13, 2007 9:11:00 π.μ., Blogger Lion

    Συστηνω γιαουρτακι χωρις λιπαρα και θυμαρισιο μελι. Οχι καφες, οχι αλκοολ, οχι βαρια φαγητα πριν κοιμηθεις.

    Μονο ετσι θα σε κρατησουν αλλες αγκαλιες (για τον Μορφεα μιλαω παντα), αντι για τις σκοτεινες και φριχτες που περιγραφεις.

    Οι εφιαλτες σου ειναι πολυ μπρρρρ για τα γουστα μου - γι' αυτο και εβαλα μια αποσταση 3000 χιλιομετρων αναμεσα σ' εκεινους και σ' εμενα.

    Ευχομαι για το μελλον καλες και ησυχες νυχτες με πολλα ομορφα ονειρα.
    Καλημερα.

     
  • Χρόνος: Πέμπτη, Σεπτεμβρίου 13, 2007 11:40:00 π.μ., Blogger παράλληλος

    Θα σε στεναχωρήσω ακόμα πιο πολύ, αλλά οφείλω να σου πω την αλήθεια: Αυτό δεν είναι εφιάλτης, αλλά η πραγματικότητα. Και μάλιστα σε light μορφή.

    Καλύτερα να κοιμηθείς ξανά.

     
  • Χρόνος: Πέμπτη, Σεπτεμβρίου 13, 2007 12:39:00 μ.μ., Blogger tolitsa

    "..................................
    Και τωρα τι θα γενουμε χωρις βαρβαρους.
    Οι ανθρωποι αυτοι ησαν μια καποια λυσις."

    Περιμενοντας τους βαρβαρους
    Κ.Π.Καβαφης

     
  • Χρόνος: Πέμπτη, Σεπτεμβρίου 13, 2007 3:46:00 μ.μ., Blogger Βαγγέλης Μπέκας

    Κάτι που μπορεί να ενδιαφέρει...

    Υπέγραψαν το ξεπούλημα της Ζαχάρως

    Παραλιακά «φιλέτα» γης του πυρόπληκτου Νομού Ηλείας ξεπουλάει η κυβέρνηση, τέσσερις ημέρες πριν από τις εκλογές.

    Σημερινό άρθρο της ΕΛΕΝΗΣ ΚΩΣΤΑΡΕΛΟΥ, στην Ελευθεροτυπία 13/9/2007


    http://www.enet.gr/online/online_text/c=112,id=5109904,19156496,27056016,41368848,49250960

     
  • Χρόνος: Παρασκευή, Σεπτεμβρίου 14, 2007 12:58:00 π.μ., Blogger Aντώνης

    Το λάθος ξεκινά από το ότι τους θεωρείς γνώριμους. Επίσης έκανα μόλις ένα συνειρμό. Τον προδότη Εφιάλτη δεν τον λένε;

     
  • Χρόνος: Παρασκευή, Σεπτεμβρίου 14, 2007 1:07:00 π.μ., Blogger Vlaxos (Σιάτρας Σπύρος)

    Άσε με να χαρεις απόψε......
    Υπερβολική δόση Μάλαμα και στοιχειωμένα deja vu στον δρόμο μου....
    Γαμωτο!....
    Αν ειναι τόσες πολλές οι άγρυπνες ανάσες μας, πω διάκο μας πιάνουν στον ύπνο;;;...

     
  • Χρόνος: Παρασκευή, Σεπτεμβρίου 14, 2007 8:32:00 π.μ., Blogger Αναμοχλευτης

    Καπετάνισσα καλή μου, όταν φοβάσαι τους βρυκόλακες τους δυναμώνεις.

    Θα το 'μαθες τώρα ότι η χώρα μας ζη εσωτερική κατοχή, όπου ο ένας κατακτητής διαδέχεται τον άλλο, ελέω της ανεγκεφαλιάς κάποιων από μας.

    Ξοδεύει ασύστολα, όχι τα λεφτά μας -αυτό είναι το λιγότερο- αλλά τις ζωές μας. Τώρα πια το είδαμε. Μάθαμε τι είναι πίσω από το χαμό των 62 αθώων. Είδαμε και νοιώσαμε την απόγνωση των φτωχών που τους έκαψαν τα σπίτια. Κι όταν εμείς το λέμε, τα ασύστολα κομματόσκυλά τους μας αντιτάσσουν παραληρήματα για φρα[π]πέδες και καναπέδες.

    Στη Ζαχάρω, πριν προλάβουν καν να σαραντίσουν οι αθώοι νεκροί, εκείνοι αρχίσαν την «αξιοποίηση».

    Και θα με ρωτήσης: Τώρα τι κάνουμε;

    Αντίσταση να κάνουμε!

    Να τους δέρνουμε! Να τους βρίζουμε, να τους λοιδωρούμε όταν μας παρουσιάζονται ζητώντας, εκλιπαρώντας, απαιτώντας την ψήφο μας.

    Ανηλεές ξύλο τους πρέπει, των αλλαζονικών αλητών, όπου τους βρίσκουμε. Βομβαρδισμός με ντομάτες υπερώριμες.

    Πάντως όχι ψήφος!

    Φιλί
    Λ.-

     
  • Χρόνος: Παρασκευή, Σεπτεμβρίου 14, 2007 1:39:00 μ.μ., Blogger Σπύρος Σεραφείμ

    να ακούς την καρδιά σου. Αυτό μόνο...

     
  • Χρόνος: Παρασκευή, Σεπτεμβρίου 14, 2007 2:02:00 μ.μ., Blogger Καπετάνισσα

    Μοναχικέ Λύκε,
    καλώς ήρθες! Σε ζόρικες στιγμές άραξες στα λιμάνια μου, μα έχεις όμορφες κουβέντες να λες.
    Μωρέ δε ξεχνώ που σαλεύει η καρδιά μου, ποτέ δε ξέχασα.
    Θα κάνω ό,τι κρίνω, σίγουρα. Δίχως παραπανίσιους μαθηματικούς υπολογισμούς. Αλλά χωρίς και τον παλμό και την ορμή άλλων ετών. Κι αυτό σίγουρο.


    Dralion!
    Χρήσιμες συμβουλές καλέ μου και, θα τις έχω κατά νου! Η αλήθεια είναι ότι δεν παρατρώω τα βράδια (ούτε και τις μέρες μπορώ να σου πω) αλλά, από την άλλη, υπάρχουν κάμποσοι αχώνευτοι μεγαλόσχημοι που τριγυρίζουν στη ζωή μου, που, ό,τι και να κάνω, πέτρα στο στομάχι μου κάθονται!
    Τώρα, λίγο αλκοόλ ίσως και να χρειάζεται, μπας και πνίξω σ' αυτό τη μιζέρια και την υποκρισία τους...

    (Οι ευχές σου για τα όμορφα, ανέφελα όνειρα, ελπίζω να πιάσουν! Γενικώς.)


    Παράλληλε,
    μου θύμισες μαντινάδα ξεχωριστή:
    Στον ύπνο βλέπω τις χαρές
    που ξυπνητός στερούμαι.
    Μα δε μπορώ και μια ζωή,
    για σένα να κοιμούμαι!


    Ε, λοιπόν, το ζήτημα είναι ότι μας πιάνουν-δε μας πιάνουν στον ύπνο, μια πάρτη από τούτη τη χώρα, κοιμούνται ολόρθοι!

     
  • Χρόνος: Παρασκευή, Σεπτεμβρίου 14, 2007 2:03:00 μ.μ., Blogger oistros

    Αχ Καπετάνισσα
    ανάθεμά τονε που είπε ότι μας κυβερνούν αυτοί που μας αξίζουν. Και το "ξα σου" είναι σαν κι εκείνο το "εσύ αποφασίζεις" που λεγε ο Βούρος .. κι είναι άδικο γαμώτο.

     
  • Χρόνος: Παρασκευή, Σεπτεμβρίου 14, 2007 2:15:00 μ.μ., Blogger Καπετάνισσα

    Tolitsa μου,
    πόσες φορές δεν το'χω σκεφτεί...
    Καβάφης λατρεμένος!
    Αχ, έχουμε περίσσια βαρβάρων, φοβούμαι.
    Μα κι οι άξιοι ρήτορες, όσοι είναι, ώρα είναι να φανούν. Γιατί νυχτώνει, όπου να'ναι...


    VITA MI BAROUAK,
    σπουδαίο νέο. Να μη σου πω, προγραμματισμένο.
    Τι στο καλό πιά;
    Να μαζευτούμε οι πολίτες να πάμε στο συμβούλιο της Επικρατείας;
    Προσφυγή εναντίον δημόσιων φορέων δε μπορούμε να κάνουμε;
    Ας στο καλό!
    Στο σπίτι του κρεμασμένου λένε...


    Αντώνη,
    παραγνωρισμένους τους έχω.
    Βδέλλες στη ψυχή μου αιμοδιψείς.
    Κι η προδοσία, λέξη βαριά, ναι, αλλά μετά τα μαντάτα που μας έφερε ο Vita Mi ταιριάζει.
    Μ' αρέσει που μιλώ και για αιδώ! Για εντιμότητα και ευσυνειδησία!

     
  • Χρόνος: Παρασκευή, Σεπτεμβρίου 14, 2007 2:27:00 μ.μ., Blogger Καπετάνισσα

    Βλάχε,
    αγαπημένε! Οι βαθιές ανάσες που μαρτυρούν ύπνο βαθύ είναι περισσότερες. Γι' αυτό.
    Κι όσο κι αν στήνει καραούλι η ψυχή μας στο κακό, αυτό, κατέχει μπόλικες χαραμάδες. Και τρυπώνει. Κι αφήνει απ' έξω και λιακάδες κι εξοχές.


    Λυκάονα,
    έχεις διάφανη σκέψη, ορθή, και μ' αρέσουν οι αλήθειες σου. Δε σκέφτομαι άλλο απ' αυτό που λες. Ούτε αφήνομαι σε μεμψιμοιρίες.
    Αντίσταση, ωραία.
    Επανάσταση στην κούφια τους ύπαρξη και τις ασυλλόγιστες πράξεις τους.
    Να φύγει η μαύρη νύχτα τους μαζί με τις σιχαμερές σκιές τους.

    Φιλιά απ' τον αφρό του νότου!


    Σπύρο,
    εκπαιδευμένη την έχω. Ευθεία γραμμή με το μυαλό μη και λοξοδρομήσει το 'να ή τ' άλλο!
    Από μένα, μη φοβάσαι παραστρατήματα.

     
  • Χρόνος: Παρασκευή, Σεπτεμβρίου 14, 2007 3:11:00 μ.μ., Blogger Καπετάνισσα

    Oistre μου,
    το ξέρεις πως σε μιά Δημοκρατία, ο λαός έχει την ευθύνη.
    Να επιλέγει εκπροσώπους και να ελέγχει την εξουσία.
    Και στα δυό θαρρώ δεν πράττουμε ντρέτα.
    Αλλά μήπως και με άλλους τρόπους, με διαδικασίες πολλές και διάφορες, εμείς, οι ίδιοι, τιμούμε τον τίτλο του πολίτη;

     
  • Χρόνος: Παρασκευή, Σεπτεμβρίου 14, 2007 7:52:00 μ.μ., Blogger ΔΑΝΑΗ

    "Ξα σου", Καπετάνισσα και "ξα" κάθε ελεύθερου ανθρώπου και υπεύθυνου πολίτη. Κάθε καπετάνιου της ζωής του και όχι κολαούζου στις ποδιές των τεράτων που στοιχειώνουν τα όνειρά σου και τα όνειρά μας.

     
  • Χρόνος: Παρασκευή, Σεπτεμβρίου 14, 2007 8:22:00 μ.μ., Blogger γιάννης φιλιππίδης

    Καπετάνισσά μου, πέτα τα μοιρογνωμόνια και τα αλφάδια, δε μετριώνται οι εφιάλτες και τα αποπαίδια τους. Δε θ’ αλλάξουν ποτέ αυτοί. Μονάχα εμείς. Εμείς μπορούμε να αλλάξουμε. Εμείς κι η καθαρή μας συνείδηση που δεν είναι ικανοί να αγγίξουν, να λερώσουν με την άκρατη βρωμιά τους. Κάποιοι θα εγκλωβιστούν και πάλι εκεί, πολλοί, πολλοί θα μασήσουν ξανά το ίδιο παραμύθι, είναι αυτοί που θα πιστέψουν –αλίμονο, πόσο λανθασμένα- ότι θα κερδίσουν ένα κομμάτι από τη ζωή που τους ανήκει, και τους τη στερούν. Εμείς, οι λίγοι, οι άλλοι, δε θα ξαναπιστέψουμε σε τέτοια κακοφτιαγμένα παραμύθια, δε θα μπούμε στον κόπο να τα ξανακούσουμε καν.

    Ιωνία Οδός, γήπεδα γκολφ, γήπεδα πάνω στα καμένα, τσιμέντα να πνίξουν το φυσικό τοπίο, αυτό αντιλαμβάνονται ως ωραίο. Και καζίνα, τουριστικά συγκροτήματα ακόμα και στις κορυφογραμμές, που φέτος δεν έμειναν ούτ’ αυτές, καμένα, για να στοιχίσουν ψίχουλα οι απαλλοτριώσεις, κι οι παλιοί αγρότες με τα παιδιά τους –όσοι περισσέψουν εκεί δηλαδή- εργάτες πολυεθνικών με ελαστικά ωράρια, άφθονη πείνα.

    Ήθελα να ξερα αυτοί οι άνθρωποι τουλάχιστο, τους παίρνουν στα σοβαρά;

    Σιωπή. Σκέψη καθαρή. Και λίγη καθαρή όμορφη μουσική. Από τα έντιμα λόγια των παλιών…

    σε φιλώ, κουράγιο δείξε…

     
  • Χρόνος: Παρασκευή, Σεπτεμβρίου 14, 2007 8:26:00 μ.μ., Blogger Viz

    Αυτο το ονειρο μου εφερε στο μυαλο το "μινορε της αυγης" (για μας δεν γραφτηκε?).
    Αυτο που ξερω ειναι οτι καλυτερα να πεθανω ορθια και ξυπνια παρα στα γονατα ή κοιμισμενη. Με αυτο το προσχημα ζωης, αυριο,μετα απο 24ωρο δουλειας, περνω το αεροπλανο και κατεβαινω, εστω και αν ειναι για να ριξω ακυρο. Δικαιωμα ή το μονο οπλο που εχω εναντια σε εφιαλτες...
    φιλια

     
  • Χρόνος: Παρασκευή, Σεπτεμβρίου 14, 2007 10:23:00 μ.μ., Blogger tolitsa

    Εμενα παλι απο εχθες που διαβασα το σχολιο σου, μου εχει "κολλησει" το τραγουδι του Πορτοκαλογλου!!!
    Οι συνειρμοι μου παντα μουσικοι!!

    "Ποιος να είναι αυτός που έρχεται
    αυτός που μπαίνει στην αυλή σου και κοιτάει
    αυτός που μπαίνει και χαιρετάει και σου ζητάει όλα τα χρέη τα παλιά

    Ποιος να είναι και ποιος τον έστειλε
    ότι έχτισες στην άμμο να γκρεμίσει
    Δεν τον γνωρίζεις δεν τον περίμενες μα ζούσες πάντα μ' ένα φόβο στην καρδιά

    Κι όλο τρέχω τρέχω τρέχω, κι όλο τρέχω να σωθώ
    με κυνηγάνε κι όλο τρέχω κι εγώ τους άλλους κυνηγώ

    Ποιος να είναι αυτός που έφυγε
    αυτός ο άγνωστος που ζούσε εδώ κοντά σου
    Τι σου ζητούσε, τι περίμενε, τι προσπαθούσε τόσα χρόνια να σου πει

    Ποιος να είναι αυτός που έχασες
    και τώρα ξέχασες ποιος είσαι που πηγαίνεις
    Ναι, που πηγαίνεις, κι από που έρχεσαι
    και τι είναι αυτό που κυνηγούσες μια ζωή"

     
  • Χρόνος: Σάββατο, Σεπτεμβρίου 15, 2007 1:39:00 π.μ., Blogger fish eye

    ΞΑ ΣΟΥ..αυτο το ελεγε η γιαγια μου..τι μου θυμησες!!

     
  • Χρόνος: Σάββατο, Σεπτεμβρίου 15, 2007 2:48:00 μ.μ., Blogger Καπετάνισσα

    Δανάη,
    καλή μου.
    Επί της ουσίας, δεν είναι ψέμμα ότι αφέντης και κύρης είν' ο λαός. Άλλωστε πάντα, απ' τα σπλάχνα του, απ' τη δική του μαγιά γινόταν οι αλλαγές. Μπορεί να'ναι συνειδητοποιημένος και μαχητικός;
    Εδώ είναι τα δύσκολα...


    Γιάννη μου,
    σαφώς κι εμείς κρατάμε τη σμίλη να πελεκήσουμε τις ζωές μας και να στερεώσουμε το μεγάλο, το κοινό μας σπιτικό. Γι αυτό και ο πόνος γίνεται οξύς. Γιατί ναι, οι τύχες μας, ορίζονται από μας. Κι εμείς άλλο δε κάνουμε παρά να τρώμε τις σάρκες μας με τις επιλογές μας.

    Φιλιά κι από δω, γλυκαμένα με αχνή ελπίδα.


    Viz,
    μπράβο κορίτσαρε. Έχεις ψυχή λιονταρίσια. Πράττεις ορθά και σε καμαρώνω. Γαρίδα το μάτι! Έπειτα, από... ξενύχτια, παραμαθημένοι είμαστε, αντέχουμε!

     
  • Χρόνος: Σάββατο, Σεπτεμβρίου 15, 2007 2:51:00 μ.μ., Blogger Καπετάνισσα

    Τολίτσα μου,
    μια χαρά είναι να δένουνε οι σκέψεις με τις μουσικές! Σα να φυσάνε χάδια στις αγωνίες, σα να καταλαγιάζει η αντάρα εντός...



    Φεγγαραγκαλιές,
    δεν ήξερα ότι είχες πάρε-δώσε με την Κρήτη!
    Αν το μνημονικό έβγαλε στον αφρό στιγμές πραγματικά ωραίες, χαίρομαι!
    Πλούτος οι αγνοί, ακατέργαστοι άνθρωποι...

     
  • Χρόνος: Κυριακή, Σεπτεμβρίου 16, 2007 11:49:00 π.μ., Blogger fish eye

    καλημερουδια
    στο ειχα ξαναπει αλλα ξεχασες..μπαμπας χρονια στη μακεδονια,αλλα το αιμα απο τα μερη σας κυλαει.απο την αργυρουπολη του ρεθυμνου παρακαλω..εκεινο το χωριο με τα πολλα πολλα και γαργαρα νερα..μερικες φορες θα ηθελα πολυ να ειμαι εκει..αλλες παλι..ειναι τοοσο διαφορετικη η νοοτροπια..ασε μεγαλο θεμα επιασα..σε φιλω..

     
  • Χρόνος: Κυριακή, Σεπτεμβρίου 16, 2007 1:03:00 μ.μ., Blogger Ναταλία

    "Κυρά μου" σε λέω...
    "Μα Καπετάνισσα τη λένε" με διορθώνουν...

    Ζωγράφος είσαι.... Ψυχής.

    Ξέρω εγώ.
    Και ξέρω πως καταλαβαίνεις κι εσύ.

    Κυρία μου, υποκλίνομαι.

     
  • Χρόνος: Κυριακή, Σεπτεμβρίου 16, 2007 6:21:00 μ.μ., Blogger Καπετάνισσα

    Φεγγαραγκαλιές,
    το΄χα ξεχάσει καλή μου, όντως. Το ξέρω το χωριό, αλίμονο. Κωμόπολη είναι για να γίνω ακριβής.
    Όσο για τα θετικά και τα αρνητικά, κατανοώ πλήρως.
    Όμως, σε τούτον τον ευλογημένο τόπο, κάπου θα υπάρχει μια γωνιά να αναπνεύσεις με χαρά και να συννενοηθείς με ανθρώπους όμοιους. Κάπου... Όταν τ΄αποφασίσεις, θα πούμε πιο πολλά!


    Ναταλία,
    γλυκιά μου, φιλιά απαλά και τρυφερά, του φθινοπώρου.
    Δροσιά στις ψυχούλες μας που ζαρώσανε και κλείστηκαν στο καβούκι τους, οξυγόνο για τη σκασμένη μας φωνή.
    Θερμά ευχαριστώ.

     


Layout design by Pannasmontata


©
Creative Commons License
Page copy protected against web site content infringement by Copyscape