...τα μαντάτα που 'ναι στολισμένα με το πύρινο φως της νιότης και τ' άλλο, τ' αξόδευτο και χυμώδες της ποίησης κι ένα ακόμα, το ίδιο φλογερό κι αστροφεγγισμένο, εκείνο της μελωδίας...
Μαζί και το φεγγαρόπιοτο φως της νύχτας και... αλλοίμονο!
Τ' άλλο, το μόνο και βαθύ, το ερωτοπλάνταχτο της αγάπης.
Της αγάπης που απελπίζεται, αν και μοιάζει φερμένη απ' τα ουράνια, διάχυτη, μ' απεραντοσύνη θαρρείς συμπαντική...
Της αγάπης που θυμώνει κι εξοργίζεται και γίνεται θεριό να κονταροχτυπηθεί με δαίμονες, να γιγαντώσει και τη ψυχή, για να'χει περίσσια θάρρητα να χρεώνεται αδυναμίες και να σέρνεται σε μπουντρούμια και για τούτο, να υψώνεται πέρα και πάνω απ' ανθρώπου λογισμό.
Μια τρέλλα, ναι.
Μια κουζουλάδα.
Μοναδική, θεϊκή σχεδόν, σε συνομωσία με την ίδια τη φύση και τη ζωή, σε συμπόρευση αρμονική με το Α του Ανθρώπου, με το Α και το Ω του Α γ α π Ω.
Στου Ερωτόκριτου τα χείλη με τη ζαλάδα της ερωτοφερμένης σκέψης:
να τα συβάσω και τα δυό ξετρέχω και γυρεύγω
και βάνω κόπο, μα θωρώ και βολετό δεν είναι
τό 'να με τ' άλλο μάχεται κι οχθρός μεγάλος είναι
......................................................................
Φόβος και Πόθος πολεμά κι εγώ 'μαι το σημάδι
και δεν μπορώ τούτα τα δυό να τα συβάσω ομάδι
.......................................................................
Ο έρωτας στέκει ανάδια μου κι άδικα τυραννά με,
μ' άρματα φοβερίζει με και με φωτιά κεντά με,
με το ξιφάρι μου μιλεί, με τη σαίτα λέγει,
το δίκιο του μ' αναλαμπή και φλόγα το γυρεύγει
κι άν δεν του κάνω θέλημα, με τη φωτιά με καίγει
και πλιά παρά τον κύρη μου βαρίσκει και δοξεύγει
κι ως βουληθώ στον πόλεμο οπού ’μαι να νικήσω,
τέσσερα ζάλα πάω ομπρός κι οκτώ γιαγέρνω οπίσω.»
Xθές το βράδυ.
Ο «Ερωτόκριτος» του Βιτσέντζου Κορνάρου, στο Ηράκλειο, από το Θεατρικό Εργαστήρι του Πανεπιστημίου Κύπρου (ΘΕΠΑΚ).
Σε σκηνοθεσία του καθηγητή και ποιητή Μιχάλη Πιερή, μουσική του Χρήστου Πήττα και με έξοχες κρητικές μουσικές παρεμβάσεις (ηχογραφημμένες) από τον Ψαραντώνη...
Τι όμορφη παράσταση!
Η Κύπρος στη Κρήτη με τη νιότη να χυμάει στη σκηνή, όλοι τους, παρουσίες που χτυπάνε κόκκινο, βουτηγμένα εικοσάχρονα στη μέθη του μεγάλου, του πρωταρχικού, του μόνου έρωτα, να ρουφάνε με σπατάλη το άγιο φως του και να μας ραντίζουν και εμάς!
Τέτοιο κείμενο, τόση φωτιά, τόσο μαχαίρι αιχμηρό να το κουλαντρίζουν τα φοιτητόπαιδα κι εσύ να κοιτάς το μαύρο της νύχτας και να λες "Θεέ μου, σκέπασε κάθε λαμπύρισμα απόψε να λιγωθούμε"...
Κι έπειτα να διπλοκοιτάς τα νειάτα στη σκηνή -ούτε μια στιγμή δε νιώσανε το έδαφος ολισθηρό- και να λες:
"Μα, σήμερα; Τα παιδιά; Τ' ανήξερα; Της βιασύνης και των εφήμερων; Να νιώθουν έτσι; Να μιλάνε έτσι; Να ματώνουνε, ν' ανακατεύουνε χρώματα ψυχής και να τα ντύνονται μετά;"
Ναι, σήμερα.
Ναι, ολόδροσα Κυπριόπουλα.
Ναι, κολυμπώντας σ΄ένα τέτοιο κείμενο-ποταμό...
Και, ναι:
Με κάνανε να συλλογιέμαι:
"Βρε μπας και υπάρχουν τέτοιοι έρωτες ακόμα και σήμερα να πυρπολούν τα σωθικά; Λες;"
Στις αγαπημένες και και γλυκύτατες Απουσία, Ελληνίδα και Ηλιόδεντρο (έτσι, γιατί αγαπάνε την Κύπρο φανερά), ένα λατρεμένο ποίημα του Κύπριου Μιχάλη Πιερή, θαυμάσιου επιστήμονα και ξεχωριστού ανθρώπου.
Εκεί που σε συνάντησα.
Στην ξενιτιά των αισθημάτων.
Να είσαι πάντα ξένη, εσύ η άλλη
να τρέμω ταπεινός στη φλόγα του κορμιού σου
να σε φιλώ στα χνάρια των φριχτών παθών
του κεραυνού που σ’ έχει σημαδέψει
ν’ αγγίζω με δάκρυα στα μάτια σου τα μάτια
μαζί σου κινδυνεύοντας στα πιο μεγάλα ξένα.
Δεν είμαι ποιητής. Σε προσκυνώ.
Mμμμ! Αλιενοφιλί! Γλυκό σαν τα μάτια σου...