Κυριακή, Νοεμβρίου 12, 2006
Της Φωτιάς Ι
Πόσον καιρό είχες να μου γράψεις; Για συλλογίσου το. Να σπρώξεις τη φωνή κατά δω. Να σμίξεις το τρέμουλο των χειλιών σου με τις κοχλιδώσεις των αυτιών μου.Να σε νιώθω να περιπλανιέσαι μέσα μου ακροπατώντας πάνω στις λέξεις, κανακεύοντάς τις σαν να'ναι ροδαλά μωρά που πρωτογελάνε.«Είναι παιδιά πολλών ανθρώπων τα λόγια μας», λέει ο Σεφέρης κι εγώ θέλω να πέφτουν απ' το στόμα σου γέννες του έρωτα, αρχέγονες δαιμόνισσες και θεότητες μαζί, που αλλάζουνε μορφή, φωνή και ντύμα, έτοιμες να ταιριάξουν σε κάθε σμίξιμο σημερινό.Τυλίξου γύρω μου Άνεμε. Παρ' το ξοπίσω το χνάρι το σπινθηροβόλο. Κι εγώ, θα τρέξω να στεγνώσω τα πέλαγα, να ξορκίσω τη δύναμή τους.Μόνο να θυμηθώ να μην στεγνώσω τα όνειρά μου...Εσύ να ’ χεις κατά νου πόσο παρήγορο είναι πού με νιώθεις και σ' αισθάνομαι μ' ένα ερωτικό, κλεμμένο εφηβικό, βαμμένο κόκκινο κλίμα, να ίπταται πάνω μας.Ξέρεις πιά πως το χρώμα μου είναι το κόκκινο, το βαθύ. Πα' να πεί πάθος, ζωή, λιακάδα, ζεστασιά, κάψα. Αυτή είναι η γενιά μου, τα υλικά που ζυμώθηκα. Το πάθος που λες. Ξέρω τη φλόγα του, ξέρω και την πληρωμή του.Χαίρομαι τόσο ν' ακούω για κείνα που στοιχειώνουν τον ύπνο σου και βουΐζουν στου μυαλού σου τους λαβυρίνθους.Για όσα σε καίνε, να μου μουρμουρίζεις!Να χαϊδολογείς την πίστη μου στη ζωή, να έχω μάτια να θωρώ πως σε τούτους εδώ, τους ανηφορικούς δρόμους μας, δεν πάψανε ακόμα να βγαίνουνε φεγγάρια…Τι τρέχει κάπου εδώ, αναρωτιέμαι σαν αμάθητο κοριτσόπουλο, μα... δε γελιέμαι! Που τέτοια τύχη! Μ' αυτό το σπουδαίο χάρισμα, που λέγεται άγνοια για τα τσαλίμια της ζωής, μόνο οι πιτσιρικάδες ψιλοφλερτάρουν. Αν και… ώρες-ώρες, θαρρώ πως βυθίζομαι στο κόκκινο το τριανταφυλλί, το άγουρο, τ' αμάθητο, μιας μονίμως παραπονεμένης (και παρατεταμένης!) νιότης.Μα, για δες! Η έφηβη μέσα μου αναδεύει κάθε που βγαίνω στις λιακάδες της ζωής ζητώντας μου να της απλώσω λευκά σεντόνια να τυλίξει τα κάλλη της!Τόσα χρόνια στο πλάι μου, είσαι ό,τι ορίζω για πατρίδα και για αγκαλιά. Μ' αρέσει να μου θυμίζεις στιγμές και να προσμένεις κι άλλες. Δική σου δουλειά αν θ' ανταμώσεις τη στιγμή ή τ' όνειρο. Κατέβασέ μου το σύμπαν και κύλησέ το στα πόδια μου. Αυτό θα πει ψυχή. Αυτό θα πει έρωτας.Νιώθω του μυαλού σου τα πεταρίσματα, αφουγκράζομαι της καρδιάς σου το βαθύ "αχ". Φαντάσου τώρα αφέλεια, που λέω να καμωθώ την πολύξερη και να το παλέψω το πράγμα. Να μιλήσω για κείνο το ανεξήγητο, το θεϊκό "κάτι" που ενώνει τους ανθρώπους. Να πω για τη δύναμη και την καθαρότητα του λόγου που καθρεφτίζει ψυχές. Να σταθώ σ' εκείνη την πλανεύτρα αίσθηση που γεφυρώνει αποστάσεις. Σε βλέμματα που καίνε πριν ακόμα σμίξουνε. Ή, το αντίθετο! Που φλογίζονται μαζί για χρόνια και χρόνια...Κι έπειτα, τι; Έπειτα να χλευάσω την έπαρσή μου και τη "δήθεν" σοφία μου.Ποιος είναι τάχα εκείνος που θα τολμήσει ν' αγγίξει τα ιερά της ζωής!Και να τα ερμηνεύσει κιόλας...Λοιπόν, άκου: Να έρθεις σ’ ένα εξοχικό που ανακάλυψα και βλέπει σ΄ ένα πευκοδάσος. Το τελευταίο πεύκο ξύνει το περβάζι μου κι όλο μου μπαίνουνε ζουζούνια, τρυπώνουν τις νύχτες μες στο βάζο με τη ζάχαρη, όσο και να το καλοκρύψω. Και κυνηγώντας τα, ξεχνώ ό,τι αθέλητα κοιτώ στην πόλη: σκιές γκρίζων κουστουμιών, κουρασμένα βλέμματα, πρόσωπα χλωμά και καλοκουρδισμένες χειραψίες. Πίσω από αυτά τα πεύκα τα λεπτόκορμα θέλω μια μέρα να παίξουμε κρυφτό-κυνηγητό για να σε βρίσκω εύκολα.Πονούν τ΄ αυτιά μου που δεν είσαι εδώ ν΄ ακούω πως τρίζει το κορμί σου τώρα που έξω κρυσταλλιάζει και μέσα μας ανθίζει...
Σάλπαρε η Καπετάνισσα
ώρα 01:22
|
Πανάκι ξεδιπλωμένο |
-
Είδες που και σε σένα φτάνει καλά η φωνή, τελικά; :))
Καλά που είσαι και συ, Καπετάνισσα, και λες όσα δεν τολμάνε πια να φύγουν από μας...
-
Είναι δύσκολο, για να μην γράψω
πολύ δύσκολο, να σβήσει η φωτιά
που καίει μέσα μας.
Μπορεί να συναχίσει να καίει
μέχρι το τέλος
γιατί άραγες ποιός είναι αυτός
που ξέρει το τέλος
Λοιπόν καπετάνισσα
άσε την φωτιά να καίει
αυτή ξέρει, γιατί έχει προσάναμα
την Ζωή, γιατί αυτή η φωτιά
μας ζεσταίνει σε όλη μας τη ζωή !
Καλό σου πρωινό
καλό ξημέρωμα
-
Πάντα στο κόκκινο το τριανταφυλλί με αστέρια στα μαλλιά κι έναν άνεμο αγκαλιά :)
-
Όσο προχωράει ο χειμώνας τόσο πιο ερωτική σε βρίσκω. Θαρρώ πως "καιρό σου κάνει και λιχνάς" και εύχομαι να μη .. γυρίσει :)
Φιλιά
-
Πες μου πού είναι αυτό το εξωχικό και πότε να 'ρθω και θα κρυφτώ για να με βρεις.
-
Ε, τώρα
όρθιος μες στη βάρκα των τριγμών
ανάστροφα στον ουρανό
και τα κουπιά χαμένα
Τι γράφεις
και τι χαράζεις
σε τούτο το γυαλί
ποιο νύχι αρμάτωσες φωνή
και τις χορδές της ερημιάς τσακίζει
Ευτυχισμένος τ` ανέλπιδου κόσμου
-
...Αν ήταν όλος ο κόσμος να καεί,
θα 'μεναν μόνο τα χέρια της
για να σκαλίζουν τις στάχτες.
Κάθε έρωτας,της φωτιάς και του ανέμου είναι.
Να 'σαι καλά καπετάνισσα...
-
Στα πεύκοι ο άνεμος
Στην ανοιξιάτικη πρασινάδα
των πεύκων,
στα σμαραγδένια λουτρά τους
πέταξα της καρδιάς την κούραση
και στο μυαλό το κήρυγμα διάφανο.
Και μου ήρθε μια τρελή,
άγρια επιθυμία
να βουτήξω ολόκληρος μέσα της,
όχι σαν άνθρωπος,
σαν δέντρο να τρέμω,
κάτω από το κάλπασμα των αλόγων του ανέμου.
-
Μαίανδρε!
Πολλά είν' αυτά που σκαλώνουνε στα χείλη -τους βάζουμε και τρικλοποδιά με τη γλώσσα καμμιά φορά-, οπισθοχωρούν συχνά, κατρακυλάνε άλλοτε, έρχεται όμως η στιγμή που πνίγονται στο φως, λέω.
Όσο για τη φωνή...
Ναι. Πηγαινοέρχεται, ε;
Sailor...
Γνώστης των ανέμων σίγουρα!
Κι από φωτιές-δε λέω-, σίγουρα γνωρίζεις.
Σμίξιμο καταστροφικό, ερωτικό, δημιουργικό, όπως θέλεις πες το.
Εδώ μιλάνε ο Άντρας Άνεμος κι η Θηλυκή Φωτιά. Και ναι, εκεί γύρω αλητεύει η Ζωή!
Serenity καλή μου.
Μας σκορπίζουν οι άνεμοι, μας φουσκώνουν όμως και τα πανιά.
Και το κόκκινο της φωτιάς, στολίζει τα χείλη, μαζί πυρώνει και τη καρδιά...
-
Οίστρε, καλή μου.
Γέρικο το ξύλο της πόρτας, έσκασε απ΄τον καιρό κι άφησε χαραμάδα λιγνή κι αδύναμη. Ρωγμή μικρή, αλλά ικανή να φέρει τούμπα τις εποχές.
Κι όρμησε που λες ο άνεμος από την τόση δα σχισμή κι αναστάτωσε το χώρο. Κι έπιασε το χορό με τις φλόγες που ΄χουμε να διώχνουν τους χειμώνες κι έστησε ωραιότατο ερωτικό σκηνικό.
Λαχτάρες που λες. Μην πεις ότι φταίω...
Την πόρτα μπορεί να ξέχασα μισάνοιχτη.
Silvia,
πιάσε μια ζεστή γωνιά να ξαποστάσεις κι εξερεύνησε χώρους κι ανθρώπους.
Έτσι, μέσα σ' ένα δωμάτιο, το εξοχικό θε να το βρεις...
Σωκράτη μου!
Την ερημιά να ντύσω πως μπορώ;
Μονάχα ένα φύσημα, αγέρας μαζί και φλόγα, μπορεί να γίνει οδηγός.
Με μάτια σφαλιστά προχωρώ, μυρίζοντας φωτιές κι ανέμους.
Μπορεί και να λαθέψω, ναι.
Κακή συνήθεια να περπατάς υψώνοντας νύχια στον ουρανό σα να χαράζεις λέξεις...
-
Ναι, Τειρεσία.
Κάθε Έρωτας.
Κάθε ύπαρξη παραδομένη, καταδικασμένη, όπως θες πες.
Αντάρα κι ο άνεμος κι η φωτιά.
Και η καρδιά, τρέμει και σπινθιρίζει.
Silvia,
πολύ σωστά!
Θα τρέξει μες στα φυλλώματα ο άνεμος, καντάδα θα στήσει με τους καιρούς και τους θεούς, αγκάλη ανοιχτή προς την καλή του.
Σαν δέντρο, ακριβώς!
Με ρίζες στη ζωή, να τυλίγεται στις πυρωμένες φλόγες του έρωτα.
-
Αρχόντισσα Καπετάνισσα, αχ, αυτό το θεϊκό σου χάρισμα! πώς αφουγκράζεσαι τα κενά της ψυχής μας, πώς καταφέρνεις και διεισδύεις στις πιο σκοτεινές άκρες του μυαλού; Ζέστανες τα σώψυχά μας.
Να τος, καλπάζει με το υπεφήφανο άτι του για το πευκοδάσος. ΄Ερχεται. Εσύ κράτα τη φωτια αναμμένη, θα ΄ναι κρυσταλιασμένος.
-
Χαμογελάκι γλυκό για τα όμορφά σου λόγια. Και ναι...η φωτιά παράγει κείμενα.
-
Όχι, Καπετάνισσα.
Δεν είναι παιδιά πολλών ανθρώπων τα λόγια μας.
Αυτά τα λόγια, τα Λόγια της Φωτιάς, είναι δικά σου. Μόνο δικά σου.
Εγώ μπορώ μόνο να τα χαϊδέψω, να καίγομαι, και στη ζάλη του πυρετού να παραμιλώ, να σιγοτραγουδώ τους στίχους ενός άλλου λεβέντη της Κρήτης,
Φλόγες μυστικές μ'αγγίζουνε
κι οι πυροσβέστες, βρε, σαστίζουνε..
Χαιρετώ σε Καπετάνισσσα. Χαιρετώ σε!
-
τρυφερή και νοσταλγική όταν σε αγγίζει ο Θεός καλή μου!
-
Ξέρω πως αυτό το τριανταφυλλί θα είναι το χρώμα σου για πάντα. Γι αυτό ο άνεμος πάντα θα σε ανάβει. Ποτέ δε θα σε σβήνει. Και τα ζουζούνια του δάσους πάντα θα λαχταρούν τη ζάχαρή σου! Γι αυτό κι εγώ θα περιδιαβαίνω συχνά πυκνά στο πευκοδάσος, για φλόγα και για γλύκα, Καπετάνισσα.
"η"
-
Eithe Nasai panta sto kokkino....
-
Τα λόγια ξεχνιούνται. Χάνουν τη δύναμη τους αν τους κόψεις τα μαλλιά. Αυτά τα κόκκινα δεν μπαίνουν σε λέξεις.
Νοιώθεις τόσο μικρός άμα το κάνεις.
Τόση η μεγαλωσύνη των μυστηρίων που κοινωνούμε που έχω χαθεί κι εγώ στις λέξεις σου και πάλι...
καληνύχτα
-
όμορφη η φωτιά και το κόκκινό σου...
ότι πρέπει για να καείς μέσα τους...
να καείς βαθιά...
καλημέρα καπετάνισσα...
-
"Δική σου δουλειά αν θ' ανταμώσεις τη στιγμή ή τ' όνειρο. Κατέβασέ μου το σύμπαν και κύλησέ το στα πόδια μου. Αυτό θα πει ψυχή. Αυτό θα πει έρωτας.|
Αέρα στα πανιά σου και φωτιά σ' ό,τι σε καίει! Καλημέρα και καλή βδομάδα, καπετάνισσά μου!
-
Καλημέρα, καπετάνισσα
Φωτιά οι λέξεις σου, πάντα!
:)
-
Εγώ θέλω να είμαι η καλή του.
-
Κρινιώ μου...
Κοινοί οι δρόμοι των ανθρώπων.
Ένας ο σπαραγμός που αντηχεί στα φυλλοκάρδια.
Κι αν έχουν τα μάτια μας χρώματα άλλα, έναν παράδεισο γυρεύουνε.
Μη θαρρείς τελικά. Παρά τις όποιες διαφοροποιήσεις, στο ταξίδεμα της αγάπης και στις ανάγκες που διψασμένες χάσκουνε, αναδύεται ο Άνθρωπος.
Α! Κι από φωτιές, τροφή γι αέρηδες, άλλο τίποτα...
Sigmataf,
αγάπη κι από δω, ανοιχτή αγκάλη!
Παράγει γραφτά η φωτιά είπες;
Χμ! Να μη σου πω ότι τα τσουρουφλίζει κιόλας!
Κασσιανέ!
Κι εγώ σε χαιρετώ και τρέχω να σου μαζέψω ερωντοβότανα απ΄τον Ψηλορείτη να μοσχοβολίσει Κρήτη ο τόπος!
Τον ξέρεις τον έρωντα, ε;
Για το δίκταμο λέω -και έτσι ονομάζεται-, χόρτο που θα το βρείς σε απόκρημνα, βραχώδη μέρη της Κρήτης.
Και φαντάσου (ήμαρτον Θεέ μου), πως το λένε έρωντα κι είναι και επουλωτικό των πληγών!
Κι ο Λουδοβίκος τραγουδά:
Αυτός ο έρωντας που σε χλομιάζει
ίσα τον πόνο με χαρά μοιράζει
δείχνει τα φύλλα του ανθού και λέει
όποιος μυρίσει χαίρεται και κλαίει
Μ' αν είναι και ο έρωντας σε θέλει
μαζί με τη χολή κερνάει το μέλι
Μ' αν είναι και ο έρωντας σε θέλει
μαζί με τη χολή θα πιεις το μέλι.
-
Αλεξάνδρα,
λες να με γλυκοκοιτάζει πότε-πότε ο Θεός, ε;
Για να ρίξω ένα χαμόγελο στα αψηλά μπας και καταφέρω κάτι ακόμα...
:)
"η",
να'ρχεσαι καλή μου να καμωνόμαστε τα πιτσιρίκια που βρέχουν το ψωμί και το βουτούν στη ζάχαρη -ίδια ζουζούνια κι αυτά!- Να ξεγελάμε και την καρδιά που'χει λαβωματιές και τρέμει μπρος στ' ανέμου τη βουή, να'χουμε και κραγιόνια στη τσέπη να ροδίζουμε τα χείλια, φιλημένα ή αφίλητα...
Χάρυβδις,
η αλήθεια είναι πως η πινελιά που ντύνομαι μου'χει βγάλει χρεωστούμενα σωρό, μα τι να κάμω, που'μαι δέσμια των παθών μου!
Άσε που συνήθισα και στις "κακές παρέες"...
-
Καπετάνισσα, σε μένα το 'πες δίκταμο και... παραπονιέμαι! Τέλος πάντων, παίρνω βαθιές εισπνοές από το μπλογκ σου! :)
-
Δόκτωρα,
παίρνεις φόρα δυνατή κι έρχεσαι κατά πάνω... Μες στις εικόνες, μες στα χρώματα, μες στις αισθήσεις.
Λαχανιασμένη κι εγώ.
Και τι να σου κάνω που μετρώ αναπνοή να'χω να ζω...
Όσο χτυπάει κόκκινο η ψυχή, τόσο το "αχ" βαραίνει.
Γιώργο μου.
Ποιός ν' αρνηθεί και πυρκαγιά ακόμα, μέσα στην παγωνιά των καιρών και των ανθρώπων!
Ξυλιάζουμε που λες...
Attalanti,
τα μετρημένα, τα καλοζυγισμένα πράγματα, δε λέω, είναι για τους σώφρονες. Αποστειρωμένη και τακτοποιημένη η ζωή, έξω από τη δύναμη των συναισθημάτων.
Σ' όποιον ταιριάζει, καλώς.
Μερσί, δεν θα πάρω...
-
Χρήστο αγαπημένε!
Και που να δεις τις έξεις!
Η πυροσβεστική από κοντά μονίμως!
:)
Ανώνυμη,
αν πρωτοπερνάς απ' τα μέρη μας, με το καλό να σε "βλέπουμε".
Τώρα, σε περίπτωση που απευθύνεσαι στον αγαπημένο σου, ευχή γλυκιά κι αστροπλασμένη σου δίνω!
Απ' τα ίδια αν έχεις βάλει στόχο τον Άνεμο... γενικώς!
Έλα Μαριλία, παραπονιάρικο μουτράκι!
Τον έρωντα εσένα θα στον φέρει ντελικανής που δεν θα τον χορταίνεις!
Τι είπες; Ανάσες;
Μωρέ θα σου κοπεί η ανάσα λέμε!
Οξυγόνο θαρρείς πως είναι ο έρωτας;
Πιότερο σε πεθαίνει...
Είδες που και σε σένα φτάνει καλά η φωνή, τελικά; :))
Καλά που είσαι και συ, Καπετάνισσα, και λες όσα δεν τολμάνε πια να φύγουν από μας...