κατά το αιγυπτιακό μηνολόγιο).
«Κύ[ρι]ε Ιησού Χριστέ». Ένα «Ψυ[χ]ήν» διακρίνω.
«Εν τω μη[νί] Aθύρ» «Ο Λεύκιο[ς] ε[κοιμ]ήθη».
Στη μνεία της ηλικίας «Εβί[ωσ]εν ετών»,
το Κάππα Ζήτα δείχνει που νέος εκοιμήθη.
Μες στα φθαρμένα βλέπω «Aυτό[ν]... Aλεξανδρέα».
Μετά έχει τρεις γραμμές πολύ ακρωτηριασμένες·
μα κάτι λέξεις βγάζω — σαν «δ[ά]κρυα ημών», «οδύνην»,
κατόπιν πάλι «δάκρυα», και «[ημ]ίν τοις [φ]ίλοις πένθος».
Με φαίνεται που ο Λεύκιος μεγάλως θ’ αγαπήθη.
Εν τω μηνί Aθύρ ο Λεύκιος εκοιμήθη.
Κ.Π.Καβάφης (1917)
Αν μου γυρεύανε ανάγνωση σ' αυτό το ποίημα, νομίζω πως θα σκάλωνε η φωνή. Χορδές και ηχοχρώματα θα μένανε κλειδωμένα κι ίσως απ' ανάγκη κι από συστολή μαζί να τρέχανε να σκεπαστούν με την σκόνη που μισοκρύβει τα γράμματα, τα πνεύματα, τις δασείες και τις υποδιαστολές, τα ονόματα και τα σώματα.
Κι όταν δεν βρίσκει άνοιγμα η φωνή να βγεί, τι κάνεις;
Την καταπίνεις, ναι;
Την σπρώχνεις να πάει από κει που 'μαθε ν' αναβλύζει;
Αναπηρία. Ακινητοποίηση. Μούδιασμα ολικό.
Και λύτρωση μαζί, ω, ναι, απελευθέρωση, από κορμιά που σμιλεύτηκαν για να μπορούν, να νιώθουν και να δείχνουν, να φεύγουν κι όλο να'ρχονται, αέναη υπενθύμιση της μοίρας, της ροής, του Έρωτα Θεού, του ύπνου του ατάραχτου, του κάλλους του αιώνιου.
Μα τι κορμιά σε υμνούν Έρωτα. Πολυδάκρυτος και σύ, ως Θάνατος...
Χοροθέατρο Ροές στο Ηράκλειο και μια έξοχη παράσταση εμπνευσμένη από τις Καβαφικές εικόνες.
Επιγράμματα που λαξεύτηκαν σε πέτρες, αγάλματα που πάγωσαν πάνω στον ανθό της νιότης, κραταιά ως Θάνατος Αγάπη που σκιαγραφεί μορφές, ακίνητους παλμούς, ζωντανά υλικά, χορικά σύμβολα.
Μια παράσταση όμοια ποίηση, Τέχνη με Ταυ κεφαλαίο, σε σκηνοθεσία και χορογραφία της ανεξάντλητης Σοφίας Σπυράτου. Ξύπνημα της ομορφιάς από τον αρχαίο ύπνο η αρχική σκέψη, που βρήκε άξια κορμιά να σαρκωθεί.
Λιτή κι εκφραστική η μουσική του Αλκίνοου Ιωαννίδη, πραγματική ισορροπία σχοινοβάτη πάνω στα χαραγμένα με την ποιητική αχλύ επιγράμματα-κείμενα, που επιμελήθηκε ο Χρήστος Μπουλώτης.
"Τον ύπνο που δεν έχει αυγή κοιμάσαι"
"Δεν την κατείχα τη ζωή. Δάνειο ήταν.
Και στο δανειστή το χρόνο την ανταπέδωσα".
"Σαν τις ελιές τους ράβδισε ο χρόνος
Και τους τσάκισε
Και αυτοί να νοσταλγούν τον ελαιώνα που ήταν".
"Και νεκρός είναι ωραίος, ωραίος σα να κοιμάται".
"Λίγες πέτρες των νεκρών οι φίλοι".
"Σε δάφνη μελανόφυλλη πετάρισε η ψυχή σου".
Σε αρμονία τα χορικά μέρη της παράστασης. Κι οι απαγγελίες;
Ρέμβη και σφρίγος, πέτρα και σκιά, νερό και χώμα.
Για το μίλημα των σωμάτων, για τη ροή της σάρκας, το γύρισμα, το άπλωμα, το μάζεμα, το έλα και το φύγε, τι να τολμήσω τώρα να πω.
Πόσος θαυμασμός μπορεί να τρέξει στο βλέμμα;
Πως να κυνηγήσει η όραση τον Λόγο που δεν εκφέρεται...
Η ποίηση χορεύεται, ποτίζει το κορμί, ακροπατά, ακραγγίζει και εγγίζεται, κινείται.
Θα μου πεις και η δική μας η ψυχή, στο λίκνισμα είναι.
Άτσαλη, άχαρη, ποιός νοιάζεται.
Λες και μαθήτευσε ποτέ πλάι σε αυθεντίες!
Και το συναίσθημα, αυτοδίδακτο.
Καιρός του είναι ν' αυτοσχεδιάσει.
Με παρέσυρες να συμμετάσχω στην παράσταση.
Ήχοι και χρώματα δεμένα σ' ένα αρμονικό κουβάρι, από μια επιδέξια και τα μάλα ευαίσθητη καπετάνισσα ...
Την Καλημέρα μου