με τα χεράκια πίσω
και με τα κατσαρά μαλλιά,
θέλω να σε ρωτήσω:
Που τον πουλάν τον έρωτα
να πα'να τον πουλήσω,
τι με περίπλεξε ο σεβντάς
και δεν μπορώ να ζήσω;
να πας να τον πουλήσεις.
Κοίτα να βρείς 'να μερακλή,
να μην τον χαραμίσεις.
Ο μερακλής γνωρίζεται
απ΄ την περπατησιά του,
σέρνει τα μάτια χαμηλά
και το φιλί κοντά του...
Κι όμως με ζάλα ταπεινά, τους πορπατεί τους δρόμους…»
Βλέπεις, οι ανάγκες, δεν ακινητοποιούνται… Δεν καρφώνονται στο χώμα πεισματικά λες κι είναι απρόσβλητες από την όποια εκπομπή ανθρώπινης ζέστας! Τ’ αντίθετα. Κοκορεύονται για την κάθε μια αχίλλειο πτέρνα που ξεφυτρώνει. Και που μαρτυρά ζωή. Και που ανοίγει χύμα τα παραθύρια σ’ όλα τα τρωτά, πα ’να πει σ’ όλα τα ωραία, σ’ όλα τ’ ανθρώπινα.
Ανάγκες, που λες. Για μουσικές και για κουβέντες. Η μια, στήριγμα της άλλης. Και γέννα της. Δεν ήθελε και πολύ η συντροφιά να πιάσει να ξεχωρίζει το νήμα του μερακλή. Που δεν ξέρει από έπαρση και ναρκισσισμούς, που δίνεται ατσιγγούνευτα, που βιώνει τη ζωή σαν χάρη και ως χαρά. Δίχως την σούπερ αυτάρκεια των σύγχρονων αρσενικών και θηλυκών.
Μην μοιράζεσαι, μην εκτίθεσαι, μην επενδύεις συναισθήματα, μην ανοίγεσαι, κράτα πισινή, μη δένεσαι, μην αφήνεσαι, θα πληγωθείς, θα στη φέρουν, θα σε προδώσουν, όλοι θέλουν το κακό σου, κανείς δε σε νοιάζεται, κανείς δε θα σου προσφέρει ένα ποτήρι νερό.
Μάλιστα. Μαθήματα δυσπιστίας. Οι διδάσκοντες; Στρατιά. Η γονική πείρα, η φιλική προστασία, η κοινωνική σύμβαση.
Τα μεν θηλυκά τα θέλει ο κοινός νους να πρωταγωνιστούν σε μηχανορραφίες βυζαντινού τύπου. Πλεκτάνες, σενάρια με ιδιοτελείς στόχους, προδοσίες σωρό και προγραμματισμένες κινήσεις ώστε να επιτευχθεί το περίφημο κουκούλωμα.
Πρώτη μέριμνα των αρσενικών το κατοστάρι. Μακριά! Ναι στη στειρότητα των σχέσεων, ναι και στην αποφυγή κάθε συναισθηματικής εμπλοκής. Κι όλο τούτο μέσα στο περιτύλιγμα μιας θετικής στάσης. Άντε να ξετσαλακώσουμε τη ζωή από κάθε γλυκό στραβοπάτημά της, να ξεσκονίσουμε σχολαστικά την κάθε κρυφή γωνίτσα που αναπνέει ο αυθορμητισμός, για να είμαστε πλήρως προστατευμένοι.
Ο έρωτας κουτσαμένος, απ’ τα ίδια κι η φιλία. Πλεονέκτημα πια να ΄σαι μόνος, εφόσον τα μαχαιρώματα είναι σίγουρα, άρα άσε τα πολλά-πολλά και κάνε ασκήσεις στη γυμναστική του ενός. Σόλο και χωρίς την κριτική του κοινού.
Εκλογικευμένες ζωές ανθρώπων μόνων που δεν απειλούνται από τρικλοποδιές, που δεν καλούνται να δώσουν ψυχή, άρα κίνδυνος κανείς, ούτε χρειάζεται να δεχτούν εξομολογήσεις κι έτσι δεν υπάρχει καμία πρόκληση να βγάλουν στον αφρό συναισθήματα.
Μόνος, ίσον ασφαλής. Δεν βγαίνεις απ’ το σπίτι σα να λέμε, άρα δεν θα πας από αυτοκινητιστικό…
Το νοιάξιμο το βαφτίζουμε αδιακρισία, τον μοναχικό δρόμο υπερήφανη πορεία του κυρίου «δεν σ’ έχω ανάγκη», το λίγο παραπάνω άγγιγμα τ’ ονομάζουμε πίεση.
Και το κουδούνι μας δε χτυπά ποτέ και σαν λογαριάσουμε έναν νέο έρωτα μες σ’ ένα βλέμμα τον τραυματίζουμε εν τη γενέσει του. Πως θα ’ρθει το χτίσιμο το γερό κι η αμοιβαιότητα αν δεν έχεις ορθάνοιχτα φώτα και πορτοπαράθυρα; Αν δεν χαριστείς «με τα μάτια χαμηλά και το φιλί κοντά σου;»
Πώς να μη φοβάσαι τις εποχές που οι άνθρωποι αποφεύγουν την όποια συναισθηματική συμπόρευση… Με τον ίδιο άλλωστε τρόπο ξεγλυστράνε κι από συζητήσεις "επικίνδυνες": που τους προκαλούν δηλαδή ν’ αλλάξουν θέαση στα πράγματα.
Έτσι λοιπόν. Η αναμονή του "κανένα" είναι απολύτως ασφαλής.
Ούτε ήττες, ούτε αιμορραγίες.
Ούτε ακροβατισμοί, ούτε ναρκοπέδια.
Κώδικες ηθών και συνηθειών , δογματικές πρακτικές που ισχυροποιούν σκληράδες και συμπεριφορές λογιστικού πίνακα, συνθήκες που μας καλούν να παραιτηθούμε απ’ το δικαίωμα σε σχέσεις και φιλίες. Νέες εποχές;
Μπα, εδώ και κάμποσα χρόνια έτσι είναι. Κοινός τόπος, κοινός λόγος οι μοναξιές των δύο: οι αμιγώς θηλυκές ή αρσενικές συντροφιές.
Να χάσκουν μέσα σου οι αδυναμίες είναι όμορφο πολύ, μα ποιος το βλέπει…
Όσο γδύνεται το κορμί ακολουθώντας κραυγαλέα μόδες και τρόπους και εικονολατρίες τόσο ταμπουρώνεται η ψυχή σε πανοπλία ασήκωτη.
Με αρματωσιά, δεν αγαπάς καλέ μου. Μάθε το.
Κι εμείς, πάει στο καλό, τα τρώμε τα μούτρα μας μέχρι να σηκωθεί η ψυχή –αν προλάβει- να στήσει δαιμονικό χορό, όμως, φοβάμαι πως έτσι ακριβώς, με τη λογική μιας συναισθηματικής καραντίνας δηλαδή, μεγαλώνουμε και τα παιδιά μας.
Κι αυτή, θαρρώ, είναι βαριά παθολογία.
Ας βγάλω την πανοπλία...
Ας πάρω μια ανάσα...
πολύ καλύτερα...
Τα δόντια στο στήθος - δεν τα έβαλες τα δόντια...