Πόσο μάλλον για την αξία της εφηβικής ζωής. Σιωπή. Μούγκα.
Την τύφλα μας μόνο. Αυτό θα ψελλίσω. Για τα κοινωνικά μορφώματα που θρέψαμε, για τις κοινωνίες που νανουρίσαμε. Για τις διάτρητες συνειδήσεις που βγάζουμε μπροστά να ψευτοκοκκορεύονται πως ακόμα ανασαίνουν.
Φτου μας.
Γιατί αν δεν έχει ευθύνες –για τα καλά και για τα κρίματα- ο πολίτης σε ένα δημοκρατικό πολίτευμα, να μου το πείτε να το ξέρω. Κι από την άλλη πλευρά –την απέναντι, την υπερυψωμένη-, αν η αιρετή εξουσία δεν έχει λόγο να βγεί μπροστά και να πάρει στην πλάτη ό,τι στραβό συμβαίνει στα χώματα που μ’ εντολή λαϊκή κι όρκο δικό της κανοναρχεί, πείτε μου το να το μάθω κι αυτό.
Επιστροφή στα αναγνωστικά.
Για το ποιος κάνει τα κουμάντα, για το τι σημαίνει κυρίαρχος λαός, πολιτική βούληση, κράτος δικαίου, έννομη τάξη και ου τω καθεξής.
Άντεστε να ξανανοίξουμε τα λεξικά για τα περί ήθους και συνέπειας κι ευθύνης.
Να ’ρθουνε μετά και τίποτα καινούργιες προβληματικές να θεμελιώσουν ένα νέο πλαίσιο θεσμικών προτεραιοτήτων, μια νέα σχέση κοινωνίας-πολιτικής, ώστε να οδηγηθούμε από την κρίση στην αυτογνωσία κι από κει σε μια ανοιχτή προοπτική για ένα καλύτερο αύριο...
Το πώς μας φτύνει η ωραία η νιότη, άλλοτε μέσα από ενσυνείδητες θεμελιωμένες πολιτικές στάσεις και πρακτικές κι άλλοτε φέρνοντας τούμπα ό,τι θαρρούσαμε αξία δημοκρατική και δικαίωμα ιερό και δεδομένο, το βλέπουμε καθαρά.
Και το πετσί μας που ταράσσεται, μας λέει πως μας αξίζει. Και η ξεπουλημένη ψυχή μας διαισθάνεται, κατανοεί, οσμίζεται τη σαπίλα.
"Γενικεύεις", θα μου πείτε. "Αφορίζεις με μια κοντυλιά μα, δεν είμαστε όλοι έτσι". Ωραία. Δεν είμαστε όλοι έτσι. Κι εγώ στον δικό μου μικρόκοσμο έχω αρχές και τις υπερασπίζομαι με μια δύναμη στην οποία δεν επιτρέπω ούτε ραγισματιά. Και λοιπόν;
Οι μικρόκοσμοι αλλάζουν τις κοινωνίες; Μπούρδες. Τώρα πιά, μπούρδες.
Αποχαύνωση και δημιουργική πρόταση δε συμβαδίζουν.
«Η πάρτη μου» και συλλογική συνείδηση, μαζί, δε γίνεται.
«Η πάρτη μου» και κοινωνία συνοχής δεν πάνε παρέα.
Γεμάτοι αντιφάσεις όλοι μας και με συγκεχυμένες πρακτικές, δίχως δομημένο αξιακό σύστημα, τη μια υπέρ της εντιμότητας, την άλλη όπως κι ό,τι αρπάξουμε -μια και ο καθείς κι η πάρτη του-, τη μια δεν ενδίδουμε στην αηδία των πολιτικών συνθημάτων και την άλλη σφυράμε στον γείτονα νομαρχιακό σύμβουλο να σπρώξει λίγο για την υπόθεσή μας. Τη μια προτρέπουμε το παιδί μας διάβασε και διάβασε –ανοήτως πως- και την άλλη του φωναζουμε να βγεί και να σαρώσει τα πάντα στη κοινωνία γιατί αλλιώς δεν θα επιβιώσει…
Μουτζώνουμε τους πολιτικούς για τα σκάνδαλα και τη διαφθορά και σαν συμπληρώνουμε τη φορολογική δήλωση κάνουμε του κόσμου τις αλχημείες και τα μαγειρέματα με κείνο το οικοπεδάκι στο χωριό…
Τι μπορεί να σταθεί δηλαδή δίχως δυναμωμένη εμπιστοσύνη στο κοινωνικό οικοδόμημα, χωρίς πολιτική σκέψη και δράση ισχυρή και στάση ανάλογη απ΄ τους πολιτικούς, συνεπή και αξιόπιστη, τι να προχωρήσει δίχως κριτική ματιά οξυμένη απ’ τον πολίτη;
Όταν οι κοινωνίες δεν απαντούν στις ανάγκες της εκάστοτε πραγματικότητας, δε σαρκώνουν στόχους και δεν κοινωνούν τα αυτονόητα, ήθος και δίκαιο πα’ να πεί, είναι καταδικασμένες να καταρρεύσουν. Ξεκάθαρο. Περνούν ένα μεσοδιάστημα, μεταιχμιακό στάδιο πες, ανομίας όπως λέγεται όπου επωάζεται το καινούργιο (τα γραφτά το λένε αυτό και τα τεκμήρια της ιστορίας) και αλλάζουν. Άμποτε!
Άκουγα χθες έναν γελοίο πολιτικάντη να διαπιστώνει ενεός την ύπαρξη μιας αίσθησης καταφρόνησης της πολιτικής, μιας διάθεσης αποστροφής προς τις πολιτικές διεργασίες…
Άλλοι μακριά νυχτωμένοι κι αυτοί…
Επαγγελματίες πολιτικοί να ασελγούν χρόνια πάνω σε λαό υπνωτισμένο, να αναμασούν θεωρήσεις και ανακατασκευές προτύπων εξουσίας, επαναλαμβάνοντας απλά έναν στείρο, επηρμένο λόγο και μια αγκυλωμένη σε αναχρονιστικές διαδικασίες πολιτική.
Το σύγχρονο πρόσωπο της δημοκρατίας δεν είναι παρά κομμένες κεφαλές στα τηλεοπτικά παράθυρα. Αλαζονικά βλέμματα, νευρωτικά λογύδρια ανοησίας μακριά απ’ τα κοινωνικά καρδιοχτύπια και τις ουσιαστικές αγωνίες μας.
Λόγος ασώματος και ανερμάτιστος, δίχως αντίκρυσμα, εγκλωβισμένος στα συναλλακτικά ήθη μιας εξουσίας που τρέμει μην έρθει σ’ επαφή με το σώμα της• με την κοινωνική πραγματικότητα.
Αυτή ακριβώς είναι η πολιτική σήμερα. Και η κοινωνική συνοχή, αυτή μοιάζει να’ναι. Κομμένη κεφαλή που οφείλουμε να επανασυγκολλήσουμε με το πληγωμένο αλλά –ακόμα ευτυχώς- παλλόμενο σώμα.
Είδα κι έναν δεκετριάρη στην πορεία την πρωινή να τσινάει σαν το αγριοκάτσικο μπροστά στον αγριεμένο του πατέρα που τον τραβούσε απ’ το μανίκι: «άσε με κάτω! Θέλω να μείνω στην πορεία! Μεγάλωσα πια και μπορώ να ξεχωρίσω τον προσωπικό αυταρχισμό από την αυταρχική δημοκρατία!»
Μειδίαμα θολό, για τα σημαίνοντα και τα σημαινόμενα και τις αλήθειες που μονάχα τρελοί και παιδιά πλέον λένε.
Κοντοστάση, για να’ ρθει μετά η σκέψη πως η βία δεν είναι παρά η μέθοδος συναλλαγής στον κόσμο των ενηλίκων.
Γνωστό: Αν σε μια βία αντιταχθεί μια άλλη βία, αυτό βεβαιώνει τον έφηβο ότι έχει δίκιο που πράττει βίαια.
Παιδιά ωραία, παιδιά με παλάμες δεμένες, φλέβες που φωνάζουνε, παιδιά που ξερνούν στίχους τραγουδιών μπρος στη δική μας ανοχή.
Κι έχουνε και μια γλυκιά θλίψη, σαν παράπονο, για τη ματαίωση που μας ματώνει, εμάς, τους ενήλικες, πως ό,τι και να γίνει το ποτάμι ρέει ερήμην.
Μας, του, τους, μικρή διαφορά.
Παιδιά μιας αγέλης τα άλλα, της νύχτας λέω, που αυτή έχουνε αντί για εξουσία (έτσι δε λέγανε στο Μάη του ’68; Εσείς έχετε την εξουσία, εμείς έχουμε τη νύχτα)…
Ομάδα με δυναμική αυτοαναφερόμενη, στη λογική αγέλης.
Αγέλη που, αν και προς τα έξω εκφράζεται αντιεξουσιαστικά, στην πραγματικότητα αναπαράγει στο εσωτερικό της τις ίδιες σχέσεις εξουσίας που επιδιώκει να ανατρέψει.
Και στις πράξεις της, με διαφοροποιημένη δομή, εντάξει, τις ίδιες σχέσεις συντηρεί.
Πολλαπλές οι αναγνώσεις, αλλά ναι.
Αθλιότητες. Ποιες οι μεγαλύτερες, των «πολιτικών αντρών», της ετοιματζίδικης δημοσιογραφίας, του οργισμένου αντιεξουσιαστή ή των δικών μας ημικοιμισμένων–κατά το δοκούν- συνειδήσεων, αδυνατώ να ξεχωρίσω.
Απαξία. Ό,τι χειρότερο. Σχεδόν.
Δε μένει παρά η σκληρή προτροπή:
«αποχαιρέτα την πρωτεύουσα που χάνεις».
Και χάνεται. Ίδια κομμένη κεφαλή.
Θα την ξαναχτίσουμε, Καπετάνισσα. Και θα επι-βιώσουμε. Αρκεί να ΞΥΠΝΗΣΟΥΜΕ απ’ τον εφιάλτη του εφησυχασμού!
Γιατί, κι αυτός που μετακινεί βουνά, έχει αρχίσει από μια μικρή-μικρή πέτρα.
Να είσαι πάντα καλά – φιλί αλμυρό (κι απ’ το δάκρυ που θα στεγνώσει και, προπαντός, απ’ τη θάλασσα!:)